"Ο νους μας είναι αυτός που υπακούει στους νόμους τους ανθρώπινους, ποτέ το πνεύμα μέσα μας."
Το κύμα σπάει στην ακρογιαλιά, ακούγονται οι κρωγμοί των γλάρων, τα φώτα χαμηλώνουν και βυθιζόμαστε σ' ένα άκρως ατμοσφαιρικό περιβάλλον. Οι τέσσερις νεαροί ηθοποιοί της παράστασης, περιγράφουν το πορτραίτο του Γκούσταβ φον Άσενμπαχ, ενός επιτυχημένου μεσήλικα συγγραφέα, που σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής του, αποφασίζει να ταξιδέψει για να ξαναβρεί την έμπνευσή του. Προορισμός η Βενετία μιά από τις ποιητικότερες πόλεις της Ευρώπης.
"Να φύγω, να φύγω, εκεί που τα πουλιά πετάνε πάνω από τον αφρό και χάνονται στους ουρανούς μεθυσμένα. Τίποτα πια δεν με κρατάει εδώ."
Την αριστουργηματική νουβέλα του Τόμας Μαν, σκηνοθετεί ο Γιώργος Παπαγεωργίου σε μια ποιητική διασκευή του Στρατή Πασχάλη.
Ο Άσενμπαχ στη Βενετία, γοητεύεται από ένα νεαρό τουρίστα τον Τάτζιο, που παραθερίζει στο ίδιο ξενοδοχείο και η διασταύρωση των βλεμμάτων τους πυροδοτεί μέσα του όλο το καταπιεσμένο ερωτικό δυναμικό του, καθότι ο Άσενμπαχ ως νέος " δεν γνώρισε ποτέ τη γλυκειά οκνηρία και την χαρούμενη ανεμελιά της νιότης." Είναι το κύκνειο άσμα της ερωτικής του διαδρομής, είναι η αρχή του τέλους κι ο νεαρός ένα είδος Αγγέλου -ψυχοδηγού που θα τον μεταφέρει στην απέναντι όχθη.
"Και τότε τον είδε. Έναν νέο εξαιρετικής, αψεγάδιαστης ομορφιάς, κάτι σαν τον Πλατωνικό Φαίδρο. Δεν είχε ξαναδεί κάτι παρόμοιο. Ούτε στη φύση, ούτε στην τέχνη."
Η Βενετία μαστίζεται από την πανδημία της χολέρας, οι κάτοικοι εγκαταλείπουν την πόλη, αλλά ο Άσενμπαχ ρισκάρει την ζωή του και παραμένει εκεί για να βλέπει τον έρωτά του. Αυτή η συνάντηση είναι το δικό του ραντεβού με το τέλος, ένα ραντεβού που κλείστηκε ανάμεσα συνειδητού και υποσυνείδητου, ένα ραντεβού με την επιταγή της ψυχής του.
" Το να οδεύει ένας άνθρωπος προς το τέλος του σχεδόν συνειδητά, έχοντας σαν όπλα το άνοιγμα της καρδιάς, την αποδοχή όσων είχε μέχρι τότε αποκλείσει από την ζωή του και την λατρεία του ιδεώδους της Ομορφιάς, είναι λυτρωτικό."
Ο Νίκος Χατζόπουλος ως Άσενμπαχ, μας δίνει ολόκληρη τη γκάμα των συναισθημάτων και των εσωτερικών συγκρούσεων του ήρωα. Το πάθος, τον φόβο για το καινούργιο, τη λαχτάρα του να γευτεί την ζωή σαν παιδί, τον σπαραγμό του μπροστά στην ομορφιά και σ' αυτό που υποψιάζεται ότι κρύβεται πίσω της. Ερμηνεία μεστή, εσωτερική, με υποδόριο πάθος κι αποστασιοποιημένο ύφος σε κάποια σημεία λόγω της αφήγησης.
" Κάθε Άγγελος είναι τρομερός. Όμως εγώ επιμένω να τον υμνώ κι ας έχω φτάσει ως εδώ εξ αιτίας του. Ποιος να είναι άραγε; Αγαπημένος των Θεών, στήλη φωτός, πλάσμα της Πεμπτουσίας, καθρέφτης απ' όπου ξεχύνεται η Ομορφιά; Άραγε οι Άγγελοι φεύγουν πάντα μόνοι τους και κλείνονται στους Ουρανούς ή μπορούν να πάρουν κι εμάς μαζί τους; "
Οι τέσσερις νεαροί ηθοποιοί, Γιάννης Λεάκος, Ορέστης Χαλκιάς, Γρηγορία Μεθενίτη και Γιάννης Μαστρογιάννης, μ' έναν αξιοθαύμαστο συντονισμό μεταξύ τους, αφηγούνται, αλλάζουν ρόλους, κινούνται εκπληκτικά με χορευτικές κινήσεις (εξαιρετική δουλειά από την Σεσίλ Μικρούτσικου) και μαζί με τον Νίκο Χατζόπουλο, δημιουργούν μια ενότητα που κάποιες στιγμές μοιάζει σαν ένα κύμα που κινείται από τη μια μεριά της σκηνής στην άλλη αδιαίρετο, χωρίς ωστόσο να χάνει ο καθένας τους την ατομικότητά του.
Εξαιρετική η ερμηνεία τους στο τραγούδι της παράστασης.
Εξαιρετική επίσης η σκηνική σύλληψη του κύκλου με την άμμο και τα αναμμένα ρεσώ Πάρις Μέξης). Οι ατμοσφαιρικοί άμεσα ανταποκρινόμενοι στο ορατό και αόρατο γίγνεσθαι της παράστασης, φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου, γίνονται αρμονικό ζευγάρι με την υποβλητική μουσική του Άγγελου Τριανταφύλλου και τη σύνθεση ηχοτοπίων του Βαγγέλη Τούντα δημιουργώντας ένα σαγηνευτικό περιβάλλον.
Ο Γιώργος Παπαγεωργίου, βυθίζεται σ' αυτό το αγωνιώδες, βαθειά υπαρξιακό ταξίδι του Τόμας Μαν, μέσα από την ποίηση του Στρατή Πασχάλη και βγάζει στο φως μια παράσταση ποίημα κι έργο τέχνης. Ο Παπαγεωργίου ερωτεύεται το έργο όπως ο ήρωάς του ερωτεύεται το σφρίγος και μας δίνει μια δουλειά με στοχευμένη απεύθυνση. "Ζούμε μόνο για ν' αντικρύσουμε την Ομορφιά". Θεωρώ ότι η απεύθυνσή του πήγε εκεί που στόχευσε.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ είναι ένα θεατρικό ποίημα που υμνεί την Ομορφιά, τον Έρωτα και τον Θάνατο ως συνέχεια της αέναης Ύπαρξης. Η αφηγηματικότητα που ο Παπαγεωργίου δίνει στην παράσταση, κατά τη γνώμη μου, εντείνει την γοητευτική ατμόσφαιρα, την ποιητικότητα και τον λυρισμό της νουβέλας του Τόμας Μαν.
Λένα Σάββα, θεατρο.gr, 2.4.2023