«Κοριτσάκι μου, καρδιά μου, ψυχούλα μου, ξύπνησες;»
Δικτατορία. Μια κόρη κι ένας πατέρας αποκλεισμένοι στο μικρό τους διαμέρισμα, στο προσωπικό τους κελί. Η κόρη καθηλωμένη σε μια καρέκλα, ο πατέρας καθηλωμένος στη φροντίδα και την προστασία της. Η μόνη λαχτάρα της κόρης του, να διαβάσουν ξανά και ξανά το ίδιο θεατρικό έργο. Η "Τρικυμία", του Σαίξπηρ, γίνεται η αφορμή να ξεφύγουν από το κελί τους και να ζήσουν την περιπέτεια.
Η πολυπλοκότητα της ενσωμάτωσης μιας θεατρικής παράστασης μέσα σε μια άλλη, δεν κατάφερε να σταματήσει το Λιθουανό σκηνοθέτη Όσκαρα Κορσουνόβα από το να κρατήσει την ισορροπία και να προωθήσει ταυτοχρονα και τις δύο ιστορίες με αριστοτεχνικές εναλλαγές και κλιμακώσεις. Ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα πήρε σάρκα και οστά στο θέατρο Πορεία και δεν μας άφησε καθόλου αδιάφορους. Η ισορροπία πάνω στη σκηνή και οι καταπληκτικά σκηνοθετημένες - σχεδόν κινηματογραφικές- σκηνές απογείωναν τις εκάστοτε δράσεις με άκρως πρωτοποριακό τρόπο.
Ο Λαέτρης Μαλκότσης στάθηκε επάξια πάνω στη σκηνή παριστάνοντας με συνέπεια και ευστοχία πολυάριθμους διαφορετικούς ρόλους, χωρίς να χάνει το μέτρο όταν έπρεπε να μεταμορφωθεί από τον ένα ρόλο στον άλλο. Μας εξέπληξε ο τρόπος που μεταλλασσόταν μέσα σε λίγες στιγμές και οι άριστες υποκριτικές του ικανότητες σε ένα έργο με υπερβολικές απαιτήσεις. Η συμπρωταγωνίστριά του, Ιωάννα Παππά, ερμήνευσε εξίσου εύστοχα έναν πολύ δύσκολο ρόλο και κατάφερε να εκφράσει όλες τις συναισθηματικές μεταπτώσεις της ηρωίδας της, μέσα από τις κινήσεις του σώματος, τις συσπάσεις του προσώπου και την εκφορά του λόγου, με ένταση, ορμή και πειστικότητα. Αξιοσημείωτη ήταν η χημεία και η συνεργασία των πρωταγωνιστών επί σκηνής.
Ο Dainius Liskevicius επιμελήθηκε τόσο το πολύ όμορφο και οικείο σκηνικό, όσο και τα κοστούμια των ηθοποιών, που έδιναν στην παράσταση άλλοτε θεατρική κι άλλοτε πιο ρεαλιστική χροιά, στα σημεία που το απαιτούσαν. Σπουδαίο ρόλο έπαιξαν και οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου που κατάφεραν να δημιουργήσουν τη σωστή ατμόσφαιρα σε κάθε σκηνή και να εντάξουν πλήρως το θεατή στο κλίμα της παράστασης.
Ίσως η διάρκεια της παράστασης να ήταν κουραστική, σε συνδυασμό με τον όγκο πληροφοριών και τα πολυάριθμα μηνύματα, ωστόσο ήταν άκρως ενδιαφέρουσα και σου άφηνε ένα συναίσθημα πληρότητας, βγαίνοντας από την αίθουσα.
Η Μιράντα είναι ένα κελί, ένα φίμωτρο, μια αλυσίδα. Μιλά για ανθρώπους εγκλωβισμένους και καταδικασμένους να ζουν την κάθε μέρα τους. Μιλά για σχέσεις στοργής κι αλληλεξάρτησης. Μιλά για φόβο, υπερπροσπάθεια και θέληση για ζωή.