O Γιώργος Χειμωνάς γεννήθηκε στην Καβάλα. Από παιδί έζησε στην Θεσσαλονίκη, μέχρι το 1962 που εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Σπούδασε Ιατρική στα Πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης, της Αθήνας και του Παρισιού. Ειδικεύτηκε στη Νευρολογία –Ψυχιατρική και εργάστηκε στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο ως Επίκουρος Καθηγητής του Παν/μίου Αθηνών. Πέθανε στο Παρίσι στις 27 Φεβρουαρίου του 2000, σε ηλικία 62 ετών.
Τα πεζογραφήματα του είναι: «Ο Πεισίστρατος» (1960), «Η Εκδρομή» (1964), «Μυθιστόρημα» (1966), «Ο Γιατρός Ινεότης» (1971), «Ο Γάμος» (1974), «Ο Αδελφός» (1975), «Οι χτιστές» (1979), «Τα ταξίδια μου» (1984), «Ο εχθρός του ποιητή» (1990). Εξέδωσε βιβλία με δοκίμια (« Έξι μαθήματα για τον Λόγο», «Ο χρόνος και το σύμβολο», « Η δύσθυμη Αναγέννηση», «Τα όνειρα της αϋπνίας», «Ποιον φοβάται η Βιρτζίνια Γουλφ»), και παράλληλα με το συγγραφικό του έργο μετέφρασε την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, τις «Βάκχες», τη «Μήδεια» και τον «Ορέστη» του Ευριπίδη και τον «Άμλετ» και τον «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ.Η μετάφραση των «Βακχών» του Γιώργου Χειμωνά παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από το Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Γιώργου Σεβαστίκογλου, στο Φεστιβάλ Επιδαύρου τον Ιούνιο του 1985. Ο Γιώργος Χειμωνάς σημειώνει στην έκδοση της μετάφρασης, τον Σεπτέμβριο του 1989:«Το δράμα τελειώνει παράξενα. Απέναντι στον θρήνο της Αγαύης και τις κατάρες της, στο παράπονο του Κάδμου και του λαού της Θήβας (γιατί όλη η χωρά τιμωρείται απάνθρωπα από τον θεό), στην διαμαρτυρία τους για την τρομερή εκδίκηση του Διονύσου –απέναντι στη φρίκη αλλά και τον θυμό των ανθρώπων για την υπερβολική, αδικαιολόγητη κακία του Διονύσου, στέκεται σιωπηλός ο θεός ˙ ο Ευριπίδης που επινόησε τον από μηχανής θεό φθάνει εδώ στο άλλο άκρο: δημιουργεί τον αμήχανο θεό. Ο Διόνυσος μονάχος στο βάθος της σκηνής, αβέβαιος, σχεδόν τρομαγμένος. Η τελευταία φράση του είναι ένας ψίθυρος, μια άναρθρη απολογία: δεν φταίω εγώ για όλα αυτά. Άλλος τα αποφάσισε – και μάλιστα , από πολύ παληά. Υποτίθεται, ο Δίας. Και η οδύνη που δοκιμάζει ο θεατής των ΒΑΚΧΩΝ για τα βάσανα των ανθρώπων, μεταβάλλεται ξαφνικά σε οίκτο για τον αξιολύπητο, δειλό θεό που τα προκαλεί.»