Σας ενημερώνουμε ότι η χρήση των cookies επιτρέπει την αρτιότερη περιήγησή σας στην ιστοσελίδα μας. Επιλέξτε «Αποδοχή Cookies» για να συνεχίσετε ή «Περισσότερες Πληροφορίες» για να δείτε λεπτομερείς περιγραφές των τύπων cookies.

Περισσότερες Πληροφορίες
ENGLISH ΕΛΛΗΝΙΚΑ

17 Ιουνίου 2024
Μαρίνα, πράσινό μου αστέρι
article image
ΑΡΘΡΑ

Όταν την περασμένη Παρασκευή ανέβασα στα σόσιαλ μίντια την είδηση του θανάτου της Μαρίνας Καραγάτση και μια εφηβική φωτογραφία της στην Άνδρο, ένας φίλος σχολίασε: «Η απλησίαστη ομορφιά της απλότητας». Θεωρώ ότι αυτό το σχόλιο «ξεκλειδώνει» με πολλούς τρόπους την προσωπικότητά της. Ναι, όμορφη, με μια ομορφιά που δεν περιοριζόταν στη θωριά αλλά, σχεδόν αμέσως, μεταλλασσόταν σε αύρα ξεπερνώντας τη φθορά του χρόνου. Δεν ήταν μόνο τα καταπράσινα μάτια της, ήταν το διαπεραστικό, ακαταμάχητο βλέμμα της. Δεν ήταν μόνο τα χαρακτηριστικά της που είχαν κάτι από τη μελαγχολική γοητεία του ιταλικού νεορεαλισμού, ήταν οι εκφράσεις της σαν «σκηνοθετημένες» λες από το φλογερό θυμικό της. Η απλότητα ήταν επίσης ένα χαρακτηριστικό της. Απλότητα τόσο αδιαπραγμάτευτη και αναπάντεχη από έναν άνθρωπο σαν εκείνη που, πολλές φορές, έφτανε στον συνομιλητή της σαν κάτι περίπλοκο. Μια απλότητα που, τελικά, πολλαπλασίαζε αυτήν την ιδιαίτερη γυναίκα. Όσο για το «απλησίαστη», ναι, δεν ήταν άνθρωπος που καλλιεργούσε την οικειότητα αν δεν το ήθελε. Όταν το ήθελε όμως, ήταν σαν να άνοιγαν κουρτίνες σε ένα κλειστό σπίτι. Αυτά που σε άφηνε να «δεις» και να «ακούσεις» μέσα από τις ρωγμές της δεν ήταν πληροφορίες, έστω και συναρπαστικές. Ήταν ένας κόσμος ολόκληρος. Ένας κόσμος όπου όχι μόνο σπουδαίες προσωπικότητες (ο πατέρας της, ο Ελύτης, ο Εμπειρίκος, ο Καββαδίας, ο Τσαρούχης, ο Εγγονόπουλος, ο Πολίτης, ο Λουντέμης και τόσοι άλλοι) γίνονταν «ρόλοι» στην ιστορία που σου διηγούταν, αλλά και οι λεπτομέρειες, οι στιγμές της καθημερινότητας στις οποίες έριχνε το φως της αφήγησής της, γίνονταν πιο σημαντικές από το «μεγάλο γεγονός». Ακριβώς όπως στη σπουδαία λογοτεχνία. Να σου λέει, για παράδειγμα, πώς ο πατέρας της, μέσα στην Κατοχή, ντύθηκε γερμανός αξιωματικός και πήγε να ζητήσει τα ρέστα από έναν τσαγκάρη που είχε ξεγελάσει τη μάνα της, παίρνοντας μάλιστα μαζί του και τον Καββαδία (τον αγαπημένο της Κόλλια) για να παριστάνει τον διερμηνέα. Ή πώς ο Καββαδίας της είχε τάξει ότι θα της έφερνε από τα ταξίδια του μια μαϊμού, υπόσχεση που, προς μεγάλη της απογοήτευση, δεν τήρησε. Ή ότι ο Σοσός και ο Γκογκός, τα δύο γατάκια που η «Ελενάρα» (βασικό πρόσωπο στο «10» του Καραγάτση) βρήκε παρατημένα σε ένα οικόπεδο, ήταν στην πραγματικότητα τα παρατσούκλια του Ελύτη και του Εγγονόπουλου και τα χρησιμοποίησε για να τους πειράξει. Ή ότι την επομένη του Αγίου Κωνσταντίνου, που γιόρταζε ο θείος της και, επί χρόνια, Πρόεδρος της Βουλής Τάκης Ροδόπουλος, στο σπίτι τους έφταναν επτά με οκτώ μισές τούρτες. Ή ότι αμέσως μετά την Κατοχή, όταν ο Τσαρούχης είχε κάνει μια έκθεση χωρίς όμως να έχει πουλήσει ούτε έναν πίνακα, είπε στον πατέρα της, για να σπάσει η γκίνια, να αγοράσει έναν με όσα ψιλά είχε εκείνη τη στιγμή στην τσέπη του.  

Δώσε μου δυόσμο να μυρίσω…

Η Μαρίνα είχε χιούμορ. Και, κυρίως, αυτοσαρκασμό που τσάκιζε κόκαλα. Τα τελευταία χρόνια, ύστερα από μια ατυχή επέμβαση, δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το δεξί χέρι της. Όταν λοιπόν το μυθιστόρημά της «Το ευχαριστημένο» επρόκειτο να ανέβει στο Πορεία σε σκηνοθεσία του γιου της Δημήτρη Τάρλοου, στη συνέντευξη Τύπου, σχολιάζοντας την τελευταία φράση που λέει «...Τώρα που τέλειωσα το γράψιμο, θα πάω μια στιγμή να πλύνω τα χέρια μου κι έπειτα έρχομαι αμέσως», είπε: «Αν το ήξερα, θα έγραφα ότι πάω να πλύνω το χέρι μου». Η Μαρίνα, σε όλες τις ηλικίες, ήταν η αιώνια έφηβος. Πεισματάρα, μαχητική, προσπαθούσε, πάντα με επιχειρήματα, να σε πείσει για αυτό που η ίδια πίστευε. Συνδύαζε την ορμή, ενίοτε και την οργή, μιας δεκαοκτάχρονης με τη σοφία μιας γυναίκας που είχε ζήσει όσα εκείνη. Κυρίως όμως η Μαρίνα ήταν γενναιόδωρη. Μπορούσε να σου τηλεφωνήσει μέσα στα άγρια μεσάνυχτα για να σου διαβάσει έναν στίχο του Ρουμί (απήγγειλε εξαιρετικά) που ήξερε ότι θα σε συγκινούσε, να σου διηγηθεί ένα περιστατικό με τον πατέρα της που ήξερε ότι θα σε βοηθούσε σε κάτι που έγραφες, να σου διαβάσει ένα κείμενο όπου ο Καβάφης περιγράφει την «κίνηση» των χιτώνων στις στατικές αγιογραφίες γιατί απλώς έτσι ήθελε εκείνη την ώρα. Τι ήταν τελικά η Μαρίνα Καραγάτση; Ένας πολύτιμος άνθρωπος.

Πέπη Ραγκούση, ΤΑ ΝΕΑ, 17.6.2024