O Δημήτρης Τάρλοου είναι από τους πλέον συνεπείς ανθρώπους του ελληνικού θεάτρου και αυτό περιλαμβάνει τόσο τις παραστάσεις τις οποίες σκηνοθετεί, όσο και εκείνες τις οποίες φιλοξενεί στο Θέατρο Πορεία. Με σταθερή παρουσία και υψηλού επιπέδου παραγωγές, ακόμη και τα δύσκολα χρόνια της κρίσης, οι παραστάσεις του Πορεία είναι πάντα από ένα επίπεδο και επάνω και αυτό είναι πανθομολογούμενο. Για αυτό άλλωστε και το συγκεκριμένο θέατρο έχει, μεταξύ άλλων, και πιστό κοινό- κάτι για το οποίο είναι αμφίβολο ότι μπορούν να καυχηθούν έστω και δύο ή τρεις άλλες σκηνές στην Αθήνα.
Τα τελευταία χρόνια ο Δ. Τάρλοου φαίνεται σαν να έχει αποφασίσει να σκηνοθετεί δύο παραστάσεις τον χρόνο: Μία, τη βασική της σεζόν, που θα φέρει τον κόσμο στα καθίσματα, και θα στηρίζεται πιθανότατα σε μια θεατροποίηση κάποιου σπουδαίου έργου της ελληνικής ή της διεθνούς λογοτεχνίας, και μία ακόμη, πιο εναλλακτική, όπου ο δημιουργός κρατά ακονισμένη την ανατρεπτική του ματιά. Φέτος, τον ρόλο αυτής της πιο εναλλακτικής παράστασης έχει αναλάβει το Περλιμπλίν και Μπελίσα, ένα έργο- ελεγεία στον έρωτα, του Φ. Γκ. Λόρκα. Και είναι μια πολύ επιτυχημένη επιλογή.
Ο 50άρης και ευκατάστατος κτηματίας, Περλιμπλίν αποφασίζει να παντρευτεί την νεότατη και όμορφη γειτόνισσά του, Μπελίσα. Μέρος της γοητείας του για εκείνη αποτελεί η οικονομική άνεση που θα της προσφέρει, μέσω της οποίας «θα μπορεί να είναι πιο θελκτική για άλλους εραστές». Εκείνη δοκιμάζει τους έρωτες της ηλικίας της και εκείνος θα μπει στον πειρασμό να γίνει μέρος τους για να παραμείνει κοντά της, σαν το μυγάκι γύρω από τη φλόγα.
Στους συντελεστές της παράστασης υπάρχει ένας ακόμη συνεπής και άκρως συμπαθής δημιουργός με το δικό του κοινό. Είναι ο Φοίβος Δεληβοριάς, που υπογράφει τη μουσική της παράστασης και κάνει έτσι πολλά περισσότερα από το να επενδύει μουσικά τα όσα εκτυλίσσονται επί σκηνής. Ο ρόλος που έδωσε ο Τάρλοου στη μουσική της παράστασης διαμόρφωσε μια αναπάντεχη ολική αισθητική πρόταση. Έτσι, οι μουσικές και τα τραγούδια του Φοίβου Δεληβοριά καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την εμπειρία του θεατή· δημιουργούν ένα είδος υβριδικού θεάτρου με σημεία, που θα μπορούσαν να παραλληλιστούν με τα χωρικά μέρη αρχαίου δράματος ή με στοιχεία που συναντά κάποιος σε ένα μιούζικαλ.
Οι μουσικές και στιχουργικές επιλογές έχουν εξάλλου μερίδιο στην «θεατρική αυθάδεια» που εκπέμπει σε αρκετά σημεία το Περλιμπλίν και Μπελίσα, το οποίο ευτυχεί σε ένα ανέβασμα που υπογραμμίζει πόσο θεατρικά τολμηρός σκηνοθέτης μπορεί να είναι ο Δ. Τάρλοου. Ένα τραχύ, σχεδόν αριστοφανικό όχημα για να εκφραστεί ένα ευγενές μήνυμα, όπως αυτό που μιλά για την αναζήτηση της πραγματικής (;) φύσης του έρωτα.
Στον παθιασμένο αλλά και εργαστηριακό έρωτα του μεσήλικα Περλιμπλίν ο Λόρκα αντιπαραβάλει τον ερωτικό πόθο της σωματικότητας και της ανίκητης ορμής. Η Μπελίσα δεν μπορεί να περιοριστεί. Ποιο, αλήθεια καλύτερο κλειδί για την ελευθερία από την αγνόηση της καθεστηκυίας «ηθικής»; Με αυτά τα υλικά, η Μπελίσα του Τάρλοου συναντά απλά και εύστοχα το σημερινό προφίλ των γυναικών που δικαιούνται να διαθέτουν το σώμα και το συναίσθημά τους χωρίς απολογίες. Η επιλογή της δυναμικής ερμηνείας της Μαριάννας Πουρέγκα (σε διπλή διανομή με την Φαίδρα Αγγελάκη) τονίζει το μήνυμα αυτό, αν και ο θεατής δεν μένει ποτέ σίγουρος για τις προθέσεις της Μπελίσα. Η αμφισημία στις ερμηνείες τόσο της Μ. Πουρέγκα όσο και του Χρήστου Σαπουντζή ως Περλιμπλίν, υπηρετεί τα διλήμματα που βάζει ο Λόρκα για την αλήθεια του έρωτα και για τις βεβαιότητές μας ως προς τη φύση και τα όριά του.
Τολμηρά και τα ατμοσφαιρικά σκηνικά του Άγγελου Μέντη που φτιάχνουν έναν «ερωτικό κήπο», μυστηριακό, ερωτικό, αλλά και σκοτεινό, όπως οι ώρες που κυριεύουν το ζευγάρι οι έρωτες- είναι στα αλήθεια πολλοί ή μήπως ένας; Σημείο αναφοράς της παράστασης το θαυμάσιο κοστούμι-σκηνικό της μητέρας της Μπελίσα που δεσπόζει στη σκηνή και βοηθά την Γιολάντα Μπαλαούρα σε μια πολύ καλή και λεπτοδουλεμένη ερμηνεία στον ρόλο της. Λιτή και ουσιαστική η ερμηνεία και της Δανάης Σαριδάκη στον ρόλο της Μαρκόλφα.
Μουσική επί σκηνής παίζουν ο Κώστας Νικολόπουλος ή Αθηνόδωρος Καρκαφίρης, αλλά και οι πολυτάλαντοι Περικλής Σιούντας και Έλενα Μελά που δίνουν μια σωματική και μουσική ερμηνεία, στον ρόλο των Δαιμονίων.
Η μικρή διάρκεια της παράστασης, περίπου 60 λεπτά, λειτουργεί θετικά. Όχι γιατί κινδύνεψε σε κάποιο σημείο να γίνει κουραστική, αλλά γιατί επιτρέπει στον θεατή να την «πάρει» ολόκληρη μαζί του, από την αρχή μέχρι το τέλος.
Μια πολύ καλή παράσταση και από τις πιο ενδιαφέρουσας της φετινής σεζόν, η οποία αξιοποιεί και συνταιριάζει με δεξιοτεχνία όλα τα συστατικά μιας θεατροφιλικής, εγκεφαλικής και συναισθηματικής εμπειρίας για τον θεατή. Όπως ανακοινώθηκε πρόσφατα, θα συνεχιστεί και μετά το Πάσχα.
Δημήτρης Γλύστρας, in2life.gr, 8.4.2024
Περισσότερα για την παράσταση και αγορά εισιτηρίων: Περλιμπλίν και Μπελίσα