Το σκηνικό: Μια αμμουδερή παραλία την ώρα που δύει ο ήλιος.
H συνθήκη: Μια ομάδα ηθοποιών καλούνται να αυτοσχεδιάσουν πάνω στην ιδέα του εγκλεισμού σε έναν θάλαμο αναμονής.
Ο κανόνας: Η άσκηση γίνεται με τα μάτια κλειστά και όποιος τ’ ανοίξει αποχωρεί.
Το θέαμα: Μια ιδιότυπη «χορογραφία» με σάουντρακ τον ήχο των κυμάτων, με σώματα που στα τυφλά ψάχνονται, αγγίζονται, σμίγουν ή απομακρύνονται. Αφήνουν το αποτύπωμα τους, πέφτουν και κυλιούνται στην άμμο ή σκάβουν και χώνονται μέσα σ’ αυτή. Και σε στιγμές ακούγεται μια κραυγή, ένα κάλεσμα, μια προσευχή, μια σπαρακτική ικεσία. Και όσο εξελίσσεται αυτή η αχαρτογράφητη δοκιμασία, κάποιος «παραιτείται», ανοίγει τα μάτια και φεύγει. Και στο τέλος, μετά από 45 λεπτά στο «σκοτάδι», θα παραμείνουν μόνο τρεις, που -ίσως είναι τυχαίο;- είναι και οι βασικοί ήρωες του έργου.
Το φινάλε: Καθισμένοι κυκλικά -σε συνθήκη «group therapy»- οι ηθοποιοί περιγράφουν το πώς βίωσαν και τι ένοιωσαν μέσα σ’ αυτή τη δοκιμασία…
Το στιγμιότυπο που μόλις περιγράψαμε συνέβη πριν λίγες μέρες στην υπέροχη παραλία Παραπόρτι στη Χώρα της Άνδρου και ήταν ένα μόνο κομμάτι από την προετοιμασία της παράστασης «Έγκλημα και Τιμωρία» που θ’ ανεβάσει τον Νοέμβριο στο θέατρο Πορεία ο Δημήτρης Τάρλοου.
Δεν συμβαίνει συχνά τέτοιου είδους θεατρικές πρακτικές να γίνονται παρουσία «θεατών». Συνήθως σε αυτό το στάδιο των πρώτων αναγνώσεων, που ακόμα πλάθεται η συνοχή του θιάσου και διαμορφώνονται σχέσεις εμπιστοσύνης, η ιδιωτικότητα της ομάδας είναι οργανική ανάγκη.
Γι’ αυτό και όταν ο Δημήτρης Τάρλοου μας κάλεσε στην Άνδρο για να δούμε από κοντά το κτίσιμο της νέας του παράστασης, ανταποκριθήκαμε με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.
Η πρώτη μας επαφή με τον θίασο έγινε στο εντυπωσιακό αρχοντικό που ανήκε στην Μαρίνα Καραγάτση, μητέρα του σκηνοθέτη, στη Χώρα. Σ’ ένα διώροφο σπίτι του 1866 που αγναντεύει την παραλία του Νειμποριού, γεμάτο αντίκες και οικογενειακά κειμήλια, ο Δημήτρης Τάρλοου και οι ηθοποιοί ξεκίνησαν την εξερεύνηση τους πάνω στους ήρωες του Ντοστογιέφσκι, στα μονοπάτια που ορίζει η διασκευή του Θανάση Τριαρίδη.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί το οικογενειακό σπίτι στην Άνδρο για πρόβα θεατρικής παράστασης. Το 2005 είχε ξαναγίνει κάτι αντίστοιχο στην προετοιμασία της παράστασης “The Man Who” στην οποία συμμετείχε ως ηθοποιός. Ωστόσο αυτή τη φορά παραδέχεται ότι μπαίνει σ’ αυτή τη διαδικασία πιο συνειδητά όντας πιο ώριμος για να δημιουργήσει την «κοινοβιακή συνθήκη» που θέλει για την παράσταση: «Αυτή η εβδομάδα που ζούμε στην Άνδρο λειτουργεί πολλαπλασιαστικά. Καθώς δεν έχουμε άλλες υποχρεώσεις είμαστε όλοι συγκεντρωμένοι σ’ αυτό. Και το υπέροχο φυσικό περιβάλλον του νησιού σε ωθεί από μόνο του σε κάτι πιο εξομολογητικό».
Για τον Δημήτρη Τάρλοου η «εξομολόγηση» με την έννοια της αφήγησης προσωπικών ιστοριών είναι μέρος της δημιουργικής διαδικασίας που φέρνει τους ηθοποιούς πιο κοντά. «Είναι ένα στοίχημα το πώς θα αφηγηθούν προσωπικές ιστορίες, πώς θα γνωριστούν πραγματικά. Δουλεύουμε πάνω στους βασικούς άξονες του έργου που είναι η ενοχή, η βία, η τιμωρία, ο θεϊκός έρωτας το θαύμα. Εγώ τους δίνω θέματα και τους αφήνω να αφηγούνται… Και το σταματώ μόνο όταν αισθανθώ ότι πατιέται μια κόκκινη γραμμή, όταν κάτι γίνεται επικίνδυνο για την ψυχική υγεία κάποιου. Ξέρετε, πολλές φορές υπάρχουν ιστορίες πολύ δύσκολες στην αφήγηση. Αλλά εγώ μόνο έτσι μπορώ. Δηλαδή δεν καταλαβαίνω πώς μπορεί ένας ηθοποιός να φέρει επί σκηνής κάτι που να αφορά το θεατή, αν δεν έχει και κάτι προσωπικό μέσα».
Με τους περισσότερους ηθοποιούς του θιάσου ο Δημήτρης Τάρλοου έχει συνεργαστεί και στο παρελθόν όμως για τη σύνθεση της συγκεκριμένης ήθελε να υπάρχει μια «δεδομένη αγαθότητα προσώπων, με διάθεση να συνυπάρξουν με αυτές τις συνθήκες». Άλλωστε όπως παρατηρεί «υπάρχουν πάρα πολλοί καλοί ηθοποιοί, όμως αυτό που χρειαζόμαστε εδώ είναι προσωπικότητες ικανές να ορθώσουν ένα σκηνικό ανάστημα πέρα από ονόματα, και ατομικές ικανότητες».
Γιατί επέλεξε το “Έγκλημα και Τιμωρία”;
Ούτε ο ίδιος μπορεί να το προσδιορίσει ακριβώς: «Όλες οι επιλογές μου είναι αχειροποίητες, το ένα έργο με οδηγεί στο άλλο. Ωστόσο οι θεματικοί άξονες και οι προβληματισμοί του Ντοστογιέφσκι πάντα με απασχολούσαν και σε μια εποχή που αισθάνομαι ότι είναι μεταβατική, θεωρώ ότι έχει αξία να συζητήσεις για την πίστη, το πάθος, την τιμωρία ή το θέμα της εν ζωή Ανάστασης, το οποίο είναι πολύ σημαντικό μέσα στο μυθιστόρημα».
Στην ερώτησή μας για το πόσο κοντά είναι το «Έγκλημα και Τιμωρία» που θα δούμε στη σκηνή του θεάτρου Πορεία με το ντοστογιεφσκικό έργο απαντά: «Ο Θανάσης Τριαρίδης ανταποκρίθηκε στο πολύ δύσκολο εγχείρημα να δημιουργήσει μια θεατρική εκδοχή του μυθιστορήματος αλλά, όπως συμβαίνει σε κάθε διασκευή, στην ουσία παραδίδει ένα εντελώς νέο έργο που φέρει τη δική του σφραγίδα. Στο κείμενο της παράστασης διατηρεί τους βασικούς ήρωες και τους νοητικούς άξονες του έργου, αλλά έχει προσθέσει σκηνές και χαρακτήρες που δεν υπάρχουν στο μυθιστόρημα. Για παράδειγμα έχει δημιουργήσει έναν ιδιαίτερο ρόλο για τον ίδιο τον Ντοστογιέφσκι που συμμετέχει στην πλοκή ερμηνεύοντας τον εαυτό του, έναν συγγραφέα, τη συνδρομή του οποίου ζητά ο αστυνομικός ανακριτής Πορφύριος για την αποκάλυψη του εγκλήματος».
Μια άλλη διαφοροποίηση του κειμένου είναι ότι η ιστορία εξελίσσεται μέσα στο όνειρο του βασικού ήρωα Ρασκόλνικωφ, έναν εφιάλτη που επαναλαμβάνεται: «Μετά το έγκλημα βρίσκεται γυμνός, εγκλωβισμένος σ’ έναν χώρο από τον οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει, περιτριγυρισμένος από ανθρώπους που ουρλιάζουν και οδύρονται. Μια συνθήκη που παραπέμπει σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Χαμένος σε έναν λαβύρινθο τύψεων, εσωτερικών συγκρούσεων και ψυχικών οδυνών, βιώνει την πραγματική τιμωρία του που δεν είναι άλλη από την άκρα ταπείνωση και την συνειδητοποίηση της ασημαντότητας του. Η λύτρωση ή η «Ανάσταση» έρχεται μέσα από ένα «θαύμα» που είναι η συνάντησή με τη νεαρή πόρνη, τη Σόνια».
Η σκηνοθετική προσέγγιση του έργου
Καθώς το κείμενο είναι γραμμένο για ντουέτα μονολόγους, πρόθεση του σκηνοθέτη είναι να έχει παράλληλες δράσεις, κρατώντας καθ’ όλη τη διάρκειά του έργου όλους τους ηθοποιούς επί σκηνής: «Αυτό εξυπηρετεί καλύτερα την αφήγηση. Οι άνθρωποι είναι εγκλωβισμένοι, αναμένοντας το μοιραίο, επομένως δεν έχουν να πάνε κάπου. Θα θελα επίσης να υπάρχουν πολλά επίπεδα δράσης μουσικά και ηχητικά, που θα παραπέμπουν σε ισοκράτημα. Ή ένα ίσο μέσα από το οποίο θα ξεπηδάνε οι φωνές, είτε μουσικά είτε σαν πρόζα, σαν μια δόνηση που άλλοτε θα είναι κραυγές ή ένα νανούρισμα ή θα καταλήγει σε έναν φυσικό ήχο όπως για παράδειγμα σταγόνες».
Στην ερώτησή μας αν οι θεατές θα «καταλάβουν» το έργο του Ντοσογιέφσκι μέσα από την προσέγγιση του Τριαρίδη διευκρινίζει: «Το θέμα δεν είναι να καταλάβουν αλλά να νιώσουν το πώς αισθάνονται και αλληλεπιδρούν οι χαρακτήρες. Και για να συμβεί αυτό, οι ηθοποιοί που συμμετέχουν, πρέπει πραγματικά να νιώσουν συμπόνια για την ανθρώπινη κατάσταση. Μέσα στο θίασο έχουμε δύσκολες καταστάσεις, αλλά και να μην είχαμε, αυτό είναι το ζητούμενο. Ό, τι συμβαίνει σε μια παράσταση ήταν γραφτό να συμβεί και δεν πρέπει να το αρνηθείς. Αντιθέτως, πρέπει να το κάνεις εφόδιο των σωμάτων μας».
Με το Έγκλημα και Τιμωρία ο Δημήτρης Τάρλοου εμβαθύνει την έρευνα πάνω στα δίπολα «αγαθά κίνητρα – ηθική βλάβη» και «Άνθρωπος – Νόμος», που ξεκίνησε την περασμένη σεζόν με το Κουκλόσπιτο του Χ. Ίψεν, παράσταση που θα επαναληφθεί από τις 25 Οκτωβρίου και θα εναλλάσσεται με το Έγκλημα και Τιμωρία.
Μάρη Τιγκαράκη, monopoli.gr, 04.09.2023