Η μετάφραση του ποιητή Γιώργου Μπλάνα και η σκηνοθεσία του καινοτόμου Άρη Μπινιάρη μας αποσαφηνίζουν ότι η τραγωδία του Αισχύλου είναι ένα κοσμογονικό έργο, ένα κείμενο με φιλοσοφικό και πολιτικό υπόβαθρο, ένα ποιητικό αριστούργημα που μιλά για την ελεύθερη βούληση και την αμφισβήτηση της εξουσίας.
Ο Προμηθέας – Γιάννης Στάνκογλου σέρνεται σαν επικίνδυνο σκυλί με φίμωτρο ως την κορυφή του βράχου, όπου αλυσοδένεται από τον απρόθυμο Ήφαιστο, αλλά αυτό το «αδέσποτο κτήνος», γρήγορα αφήνει φωνή μεγάλη. Κραυγάζει δέσμιος πια, πως η αμφισβήτηση της εξουσίας είναι πάντα ένα ρήγμα, ένα άλμα, ένα δημιουργικό ξέσπασμα της ελεύθερης βούλησης, χωρίς τακτικούς ελιγμούς, χωρίς «στρατηγικούς» περιορισμούς κι αποτελεί την πρώτη φωνή στην ανθρώπινη Ιστορία που δηλώνει ευθαρσώς: Είμαι ρεαλιστής, γιατί ζητώ το αδύνατο. Και το ζητώ, χωρίς άλλον λόγο από τον εαυτό μου.
Πρόκειται για μια ευρηματική παράσταση με πολυεπίπεδη σημειολογία που ενεργοποιεί την αδιάλειπτη εναλλαγή κίνησης και ακινησίας, σε ένα έργο, όπου η ιστορία γίνεται για πρώτη φορά αντικείμενο φιλοσοφίας και θεολογικού προβληματισμού. H σκηνοθεσία του Άρη Μπινιάρη διαμόρφωσε ένα πολυδιάστατο παραστασιακό σύμπαν, γεμάτο συμβολισμούς και αρχετυπικές σημάνσεις.
Όλα τα μυθολογικά και μεταφυσικά στοιχεία του έργου ενσαρκώνονται μέσα από την κινησιολογία του χορού υπό την επιμέλεια της Εύης Οικονόμου. Ο χορός των αρχέγονων στοιχείων αποτυπώνει εναλλασσόμενα αισθήματα χαράς και πάθους ύμνου και θρήνου.
Η παράσταση ακολουθεί μια αυστηρή μουσική και κινησιολογική παρτιτούρα, που επιτρέπει στον ηθοποιό να εκφραστεί, και να εκφράσει, μέσα από ένα ορισμένο αισθητικό πλαίσιο.
Ο Γιάννης Στάνκογλου συγκλονίζει. Αποδίδει αριστοτεχνικά τον αποστάτη Τιτάνα, τόσο φωνητικά όσο και εκφραστικά, ενώ η στατικότητα του σώματός του, κατά την μεγαλύτερη διάρκεια του έργου, δεν οδηγεί τη δραματικότητα σε καμία χαλάρωση αλλά αντίθετα, προσδίδει υφολογικά την συνειδησιακή υπεροχή και την επαναστατική θέρμη του φιλανθρώπου.
Να σημειώσω ότι ο ίδιος ο ηθοποιός πρότεινε τον «Προμηθέα Δεσμώτη» στον Άρη Μπινιάρη: «Γιατί είναι άμεσο και πολύ επίκαιρο έργο. Ένας καθρέφτης που δεν παρουσιάζει μόνο την κόντρα του Προμηθέα με την εξουσία, τον Δία, αλλά γίνεται και καθρέφτης του εαυτού μας».
Ο Δαυίδ Μαλτέζε κι ο Αλέκος Συσσοβίτης υποδύονται με αρτιότητα τον κουτσό Ήφαιστο και τον Τιτάνα Ωκεανό αντίστοιχα, τονίζοντας την κωμικοτραγική βαρύτητα που φέρουν τα διαφορετικά τους προσωπεία. Ιδιαιτέρως επιτυχείς οι ερμηνείες των δυο προαναφερθέντων ηθοποιών, κερδίζουν εντυπώσεις, ως χωλός θεός ο πρώτος και ως άλλος «Τζόκερ» ο δεύτερος, ο οποίος κατορθώνει να γίνει γλοιώδης και απεχθής.
Ενεργητικοί και παθιασμένοι είναι στη σκηνή και ο Άρης Μπινιάρης με τον Κωνσταντίνο Γεωργαλή, οι οποίοι ενσαρκώνουν το Κράτος και τη Βία, ενώ δικές τους είναι και οι ευφυείς εμβόλιμες σκηνές , ως άτομα απρόσωπα , ασυγκίνητα, αδιάλλακτα, αυταρχικά.
Ο Ιωάννης Παπαζήσης ερμηνεύει πειστικά έναν Ερμή – Μπράβο του Δία, που αναλαμβάνει «βρώμικες» δουλειές. Ευφυής σκηνοθετική ιδέα να σέρνει κι αυτός μαζί του δυο «hannibal lecter», ως σύμβολα ωμοφαγίας, συνηθισμένη τακτική πριν από την έλευση της φωτιάς στους ανθρώπους.
Η Νάνσυ Μπούκλη πάνω σε μακροσκελή ευφάνταστα αρθρωτά ξυλοπόδαρα, για να αποδοθεί η μορφή της αγελάδας, παίζει σπαραχτικά τον ρόλο της Ιούς και, πράγματι, συνεπαίρνει με τον πόνο της. Σημαίνουσα είναι η παρουσία της, επειδή μας δωρίζει τις πολιτικές προεκτάσεις που εκλύονται από το κείμενο. Αντιλαμβανόμαστε σαφέστατα ότι θύματα της αυθαίρετης εξουσίας γίνονται όλοι, ανεξαιρέτως οικονομικής δύναμης και ισχύος.
Ο χαρακτηριστικός παλλόμενος ρυθμός των σκηνικών του προσεγγίσεων ακολουθεί τον Άρη Μπινιάρη στην παράσταση και η συνέχεια της έρευνάς του πάνω στο αρχαίο δράμα, με όχημα την πρωτότυπη μουσική σύνθεση του Φώτη Σιώτα (που ερμηνεύεται ζωντανά επί σκηνής από τον Σταμάτη Φουσέκη), ακολουθεί τη φωνή και το σώμα των ηθοποιών.
Επί μέρους συγκίνηση στους θεατές χαρίζει η στάση συμπόνοιας και συμπάθειας του Ηφαίστου, μια θέση που τον διαφοροποιεί από το Κράτος και τη Βία (αλήθεια πόσο ευφυής επιλογή ονομάτων), οι οποίοι επιμένουν σαδιστικά στην εκτέλεση της τιμωρίας του αντιστασιακού Προμηθέα, ως ευλαβικοί υπηρέτες της δεσποτικής εξουσίας του Δία.
Η σκηνική εγκατάσταση της Μαγδαληνής Αυγερινού, μια μαύρη παραλληλόγραμμη κατασκευή που υψώνεται απειλητικά αντί βράχου, σε αντίστιξη με το λευκό σε κοστούμια και οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου, συνάδουν με την σκηνοθετική προσέγγιση του Άρη Μπινιάρη, ο οποίος έχει εξαιρετικούς συντελεστές με εμπειρία και αφοσίωση στο έργο τους. Ομολογουμένως, εντυπωσιάζει η είσοδος της Ιούς , τα αέρινα γυναικεία κοστούμια και τα ανδρικά, κομψά, υψηλής αισθητικής ρούχα, από την Βασιλική Σύρμα.
Η κίνηση από την Εύη Οικονόμου, αλλά και οι μάσκες ( δεν αναφέρεται πουθενά ο κατασκευαστής) , ως μίμηση στοιχείων, ως δοξασίες μετουσίωσης, προάγουν τη σωματική έκφραση ηθοποιών, μεγαλοποιώντας κάθε χειρονομία κι αναγκάζοντας το σώμα να και το πρόσωπο να αποστασιοποιήσουν τους χαρακτήρες. Σκηνοθετική καινοτόμα άποψη, που διαφοροποιεί τους ήρωες από τα γήινα πλάσματα.
Ο εννεαμελής γυναικείος Χορός διακρίνεται για την υποκριτική και τη μουσική τους κατάρτιση, άρα η συμβολή στην εξέλιξη της τραγωδίας, καθοριστική.
Μάλιστα, ένας ξεχωριστός καταπληκτικός χορωδιακός ψαλμός σε σκηνή του έργου, θέλει «τον άνθρωπο να περπατήσει στην έρημο του χρόνου, μέχρι να βρεθεί όρθιος στην μέση της απεραντοσύνης».
Τέλος, η μουσική του Φώτη Σιώτα οργανώνει τον χρόνο με ακρίβεια, δημιουργεί δυνητικό κόσμο, συγκινησιακό πλαίσιο, στο οποίο φωτίζεται η υπόκριση των ηθοποιών και, συνάμα, δίνει ρυθμό σε ολόκληρη την παράσταση.
Χαρακτηριστική η δήλωση του σκηνοθέτη: « Οι ηθοποιοί αντλούν πληροφορίες από τη ρυθμικότητα του κειμένου και μεταβολίζουν, με το σώμα και τη φωνή, σε θεατρική δράση, τον ήχο και τον ρυθμό του ποιητικού λόγου. Με όχημα τη μουσική, δημιουργούν μια δυναμική πλατφόρμα σκηνικής αναπαράστασης και αναδεικνύουν το έργο σαν μια σπαρακτική και με συνεχή κλιμάκωση, επίκληση ενός πάσχοντος θεού για τον άνθρωπο. Χορωδιακά μέρη, μελωδίες και δυναμικοί ρυθμοί, δημιουργούν ένα παλλόμενο και ζωντανό ηχητικό περιβάλλον, μέσα από το οποίο αναδεικνύονται τα πρόσωπα μιας παλιάς μα πάντοτε διαχρονικής και επίκαιρης ιστορίας. Μιας ιστορίας που μπορεί να ακουστεί ως σκοτεινό σχόλιο για το παρόν ή ως φωτεινή ελπίδα για το μέλλον».
Παύλος Λεμοντζής, fractalart.gr, 2.8.2022