Ένα από τα σπουδαιότερα έργα του Μ. Καραγάτση με τίτλο «Ο Κοτζάμπασης του Καστρόπυργου» μεταφέρει στη θεατρική σκηνή ο σκηνοθέτης Δημήτρης Τάρλοου, σε διασκευή του Θανάση Τριαρίδη. Μία παράσταση πρότυπο επαγγελματικής οργάνωσης και επιμέλειας στην λεπτομέρεια αυτής.
Ο σκηνοθέτης, στρέφεται στο έργο του Μ. Καραγάτση για να επαναφέρει τον καθρέφτη της συνείδησης στο επίκεντρο της αναμέτρησης του σύγχρονου θεατή με τις παθογένειες της κοινωνικής ταυτότητας. Με σεβασμό στο έργο αυτό καθαυτό, αλλά μαστορικά δομημένη την υποκειμενική του πρόσληψη, διαμορφώνει έναν κύκλο αφηγήσεων με επίκεντρο τη ζωή του Μίχαλου Ρούση. Όπως το κείμενο του συγγραφέα έχει τις ρίζες του στον γαλλικό νατουραλισμό και τις ρεαλιστικές απεικονίσεις, με τον ίδιο τρόπο ο Δ. Τάρλοου επενδύει στην ερμηνευτική προοπτική των ηθοποιών, μέσα από ένα κράμα νεανικότητας, ταλέντου και εμπειρίας.
Τρία συστατικά στοιχεία τα οποία δικαιώνουν απόλυτα την επιλογή του. Σε ένα λιτά διαμορφωμένο, συμβολικό, χώρο, ο έκπτωτος βασιλιάς Όθων και η βασίλισσα Αμαλία (τους ρόλους υποδύονται οι Κώστας Βασαρδάνης και Ξανθή Γεωργίου) παρεμβαίνουν στην ιστορία, ως αφηγητές και συνομιλητές, αναλύοντας στιγμές του ηρωικού και, εν πολλοίς, αμφίβολου βίου του Μίχαλη Ρούση. Με την συνετή τους παρουσία προσδίδουν υπεραξία στην παράσταση και μας μεταφέρουν ομαλά στο κλίμα της εποχής και των πρωταγωνιστών. Ο Μ Ρούσης βρίσκεται στην κορύφωση των γεγονότων, δίχως, ωστόσο, να εγκλωβίζει την πλοκή στην διαμάχη των ερμηνειών των ηγετών της επανάστασης. Αντίθετα, τον παρατηρούμε από απόσταση να αναλύει τα δεδομένα της προσωπικής του συμμετοχής στα διαδραματιζόμενα πλαίσια του αγώνα.
Ο σκηνοθέτης Δ. Τάρλοου αντίκρυσε στο πρόσωπο του Μ. Ρούση την ιδανική έκφραση της ανθρωπογεωγραφίας του ελληνισμού, στο διαχρονικό μετέωρο βήμα του χρόνου. Ο ρόλος απαιτητικός από κάθε άποψη. Επάξια τον ανέδειξε ο Γιώργος Χριστοδούλου. Με την αυθεντικότητα της ενσυναίσθησης στο πρόσωπο του έργου, τον ενθουσιασμό και τη δυναμική ενέργεια τα οποία παραδίδει στη σκηνή με υψηλή τέχνη, ζωντανεύει κυριολεκτικά τον Ρούση μέσα από τις σελίδες του Μ. Καραγάτση. Η σκηνοθετική οπτική διαμορφώνει γύρω του ένα πλέγμα ελευθερίας χώρου που επιτρέπουν στην επιβλητική παρουσία του Γ. Χριστοδούλου να ξεδιπλώσει το πηγαίο ταλέντο και να ανταποκριθεί απόλυτα στις απαιτήσεις.
Ο Μ. Ρούσης (Γ. Χριστοδούλου) διαβιεί στα πλούτη, που του εξασφαλίζει η συναίνεση των Οθωμανών και η ιδιοκτησία του. Στο άκουσμα της ελληνικής παλιγγενεσίας στρέφεται, μαζί με άλλους προεστούς και κοτζαμπάσηδες, ενάντια στα σχέδια αποσταθεροποίησης και ανατροπής της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων. Ως εχέγγυο της υποταγής τους στην αρχή του Σουλτάνου, εκπρόσωποι αυτών, ανάμεσά τους και ο Μ. Ρούσης υπό τις προτροπές του δεσπότη Δωρόθεου, παρευρίσκονται στην Τριπολιτσά όπως κατευνάσουν τους φόβους των επίσημων αρχών. Ωστόσο, οι εξελίξεις θα οδηγήσουν στην αιχμαλωσία τους.
Παρακινημένος από τον φόβο για το θάνατο και με δεδομένη την επιθυμία για ζωή, αποφασίζει να ασπαστεί τον μωαμεθανισμό και να στηρίξει τις οθωμανικές στρατιωτικές δυνάμεις εναντίον των ομοεθνών του. Σε αυτό το σημείο, η σκηνοθετική επιλογή του Δ. Τάρλοου, ενισχύει την θέση του Μ. Καραγάτση όπως επεξεργαστεί τη σχέση του ατόμου τόσο με την θρησκευτική όσο και με την εθνική ταυτότητα.
Η ελληνική κοινωνία καθίσταται στο μεταίχμιο μίας δισυπόστατης φύσης, στην οποία ο Μ. Ρούσης αναζητά την επιφάνεια της επιβίωσης. Δεν είναι τα μεγάλα γεγονότα που σχηματοποιούν την ιστορία. Αντίθετα, είναι οι μικρές, καθημερινές, σχεδόν αθέατες πτυχές των προσωπικών επιλογών που μεταμορφώνεται, εν συνόλω, σε ιστορία. Το ένστικτο της επιβίωσης είναι εκείνο που καθοδηγεί τα βήματα του ήρωα και όχι η υπαγωγή της βούλησης σε ιδανικά όπως η πατρίδα και η θρησκευτική πίστη. Ακριβώς αυτή η στάση έναντι των πραγμάτων δεν υπάγεται σε πλέγματα ενοχής και τύψεων. Αντιμετωπίζεται ως αναγκαιότητα και ως τέτοια μεταφράζεται στις πράξεις του κεντρικού ήρωα. Για το λόγο αυτό προσαρμόζεται στις συνθήκες που ανακύπτουν ενώπιόν του, δίχως να ταυτίζεται με το περιεχόμενο των επιλογών. Αποτελούν απλώς γέφυρες προς τον στόχο της φυσικής ύπαρξης και της διεκδίκησης αυτής.
Θα ήταν δόκιμο να υποστηρίζαμε ότι ο ήρωας του Μ. Καραγάτση διαπνέεται από ένα αίσθημα πάθους για ζωή και την ηδονή που του προσφέρει η τελευταία στον έρωτα. Ανάμεσα σε δύο γυναίκες αναζητά το πάθος της σαρκικής επαφής και το συναίσθημα της αιώνιας δέσμευσης (Βίκυ Κατσίκα και Λεωνή Ξεροβάσιλα). Όπως, ακριβώς, χαρακτηριστική είναι και η στιγμή της συνάντησής του με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ενδεδυμένος με ψεύτικη ταυτότητα Θεσσαλού.
Ο Δημήτρης Ήμελλος (στο ρόλο του Θ. Κολοκοτρώνη) μας παραχωρεί ρεσιτάλ ερμηνείας. Μία δυναμική παρουσία, μεστή νοημάτων και προσωπικότητας, καθορίζει την μορφή της ελληνικής κοινωνίας, όπως αυτή εξέρχεται από τον οθωμανικό ζυγό και στην όψη της εμφανίζονται, συλλογικά, όλες οι αδυναμίες του έθνους. Ο Δ. Ήμελλος εκτοξεύει την θεατρική παρουσία του στο ρόλο του «γέρου του Μοριά», προσδίδοντάς του τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ηγετικής του φυσιογνωμίας. Σε αυτή τη συνάντηση νομιμοποιείται η διττή φύση της έννοιας «ήρωας». Μπροστά στην τελική επίθεση του τουρκικού στρατού ο Μ. Ρούσης, υπό το βάρος της ανάγκης για επιβίωση, επιχειρεί να διαφύγει από το πεδίο της μάχης. Μόνο που στην συγκεκριμένη περίπτωση θα βρεθεί πρόσωπο με πρόσωπο με τον εχθρό.
Εκείνο που ο Θ. Κολοκοτρώνης ονομάζει «ήρωα» είναι απλώς η υπαρξιακή αγωνία της ανθρώπινης φύσης στον Μ. Ρούση. Η τελευταία τον προστάζει όπως διαφυλαχτεί τόσο από τον κίνδυνο της τουρκικής επίθεσης όσο και από την εκδίκηση στην προδοσία των Ελλήνων. Ο Μ. Ρούσης είναι αντι-ήρωας σε εποχή αναζήτησης ηρώων. Δεν είναι σε θέση να υπερασπιστεί τα ιδεώδη της Ελληνικής επανάστασης κι όμως τα χρησιμοποιεί ανάλογα με τις ανάγκες της εκάστοτε περίστασης. Είναι ανθρώπινος μέσα από τη δειλία και τον καιροσκοπισμό του. Καταλήγει τόσο αδύναμος που η υπονόμευση του ονόματος και της φήμης του μετασχηματίζουν την παρουσία του σε δυναμική προέκταση των συνεπειών του κοινωνικού γίγνεσθαι.
Με τον αγώνα για την ανεξαρτησία στο κέντρο, ξεδιπλώνονται οι αμφιλεγόμενες προσωπικότητες αυτού. Χαρακτηριστικό δείγμα ο Παπαφλέσσας (τον ρόλο υποδύεται ο Θανάσης Δόβρης) ως το πρόσωπο με τις παθογένειες του ελληνισμού σε αλληλοδιαδοχή πράξεων, ψεύδους και εξαπάτησης. Πράξεις, οι οποίες απολήγουν στην ευθυμία με την συνείδηση κατακερματισμένη στην ενοχή. Σαν σε αρχαία τραγωδία η κάθαρση, εδώ, μεταπλάθεται σε αυτοσχέδια απομάγευση της ιστορίας και αφήνει έκπτωτη την συνοχή του μύθου. Αυτή η πτυχή της ελληνικής ζωής συνυπάρχει με τα προτερήματα και τις προοπτικές της. Ο συγγραφέας, όσο και ο σκηνοθέτης, δεν ακυρώνουν ούτε υποσκελίζουν την συνύπαρξη των δύο. Αναδεικνύουν, καθένας από τη δική του οπτική, τις αξιώσεις της ιστορίας ενώπιον των προσώπων που τη συναποτελούν.
Τολμώ να ισχυριστώ πως ο Μ. Καραγάτσης θα ήταν περήφανος για τη θεατρική αυτή μεταφορά του έργου του.
Αντώνης Χαριστός, 19.12.2021, tetragwno.gr, *****
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Περισσότερα για την παράσταση και αγορά εισιτηρίων: