Σας ενημερώνουμε ότι η χρήση των cookies επιτρέπει την αρτιότερη περιήγησή σας στην ιστοσελίδα μας. Επιλέξτε «Αποδοχή Cookies» για να συνεχίσετε ή «Περισσότερες Πληροφορίες» για να δείτε λεπτομερείς περιγραφές των τύπων cookies.

Περισσότερες Πληροφορίες
ENGLISH ΕΛΛΗΝΙΚΑ

24 Αυγούστου 2021
«Προμηθέας Δεσμώτης» σε μετα-αποκαλυπτικό τοπίο
article image
ΚΡΙΤΙΚΕΣ

Η παράσταση του Αρη Μπινιάρη είναι μια κατάκτηση του θεάτρου μας. Τολμά να παραβιάσει συνειδητά και επανειλημμένα ορισμένα θέσφατα του αρχαίου δράματος πηγαίνοντας πέρα από τον «Καύκασο» και τον «χρόνο», στις πηγές ενός κόσμου που φαντάζει απόλυτα ξένος, άγριος και «απάνθρωπος», σε ένα σύμπαν τερατώδους βίας και παραλογισμού, χάους και τρόμου, με τον Προμηθέα (Γιάννης Στάνκογλου) να αντιστέκεται με μόνο όπλο την κατανόηση και τη λογική.

Είναι η δεύτερη φορά που ο Αρης Μπινιάρης συναντά τον Αισχύλο και τα αποτελέσματα και πάλι είναι αξιοσημείωτα. Στους «Πέρσες» του ΘΟΚ πριν από μερικά χρόνια ο ίδιος είχε κατορθώσει να αποβάλει από τον αρχαίο τραγικό τη συμβατική σπουδή και τον πληκτικό θαυμασμό που τον ακολουθεί, με μια παράσταση γεμάτη παλμό και ατμόσφαιρα.

Είχαμε μάλιστα διατυπώσει τη θέση τότε ότι κακώς θεωρούμε τον Μπινιάρη στιλιστικά δεδομένο και τακτικά επαναλαμβανόμενο. Μάλλον θα πρέπει να μιλάμε για συνεχή εξέλιξη εντός ενός «σκηνοθετικού οράματος» που ο ίδιος επιβεβαιώνει παράσταση την παράσταση. Αυτό που μένει σταθερό σε κάθε νέα πρόταση είναι ο τρόπος που προσεγγίζει το αρχαίο κείμενο, τρόπος που προδίδει το γράμμα κατά μέρη για να αναδείξει εν συνόλω το πνεύμα του έργου.

Το τελευταίο μάλιστα αποδίδεται ανάμικτο με το πνεύμα του καλλιτέχνη -την καλλιτεχνική ιδιοπροσωπία, καθώς λέμε- και το πνεύμα της εποχής, το ανήσυχο, ανασφαλές, το υπόγεια και φανερά βίαιο πνεύμα της.

Και να τώρα που συναντάμε πάλι τον Μπινιάρη παραπέρα στον δρόμο του, με συνομιλητή τη φορά αυτή τον Προμηθέα. Από τη μια σημειώνουμε στην Επίδαυρο στοιχεία που καθιστούν αναγνωρίσιμη την υπογραφή του: έμφαση στον τόνο και τη ρυθμική απαγγελία, διάχυτη μουσικότητα, ένταση που ανεβαίνει στα ύψη του εξπρεσιονιστικού δράματος και κατεβαίνει στον αχνό του θεάτρου δωματίου.

Συναντάμε την ίδια ενέργεια, διανεμημένη όχι στον εκάστοτε ρόλο αλλά στο σύνολο, και σημειώνουμε την ίδια πάλι παρεμβατική δραματουργία: τα γενναία κοψίματα, τις επίμονες ανακυκλώσεις του λόγου και -σε αυτήν την περίπτωση- την ποιητική επίδραση του μεταφραστή Γιώργου Μπλάνα. Με όλα αυτά τα ιδιοσυγκρασιακά και αναγνωρίσιμα, ο «Προμηθέας» του Μπινιάρη καταλήγει σε κάτι όχι μόνο ανανεωτικό, αλλά κυρίως βαθιά σεβαστικό. Απομακρύνοντας κάθε βερνίκι στην επιφάνεια, φτάνει στο κέντρο της τραγικής ύλης του Προμηθέα.

Μα πριν προχωρήσω θα ήθελα να σταθώ για λίγο σε μια παρατήρηση που ξεκίνησε πριν από χρόνια και γίνεται τώρα πιο αναγκαία από ποτέ. Οι παραστάσεις του Μπινιάρη, είτε το έχουμε καταλάβει είτε όχι, έχουν αρχίσει να φέρουν τα χαρακτηριστικά μιας «Σχολής». Και μάλιστα είναι από τους λίγους που για να το κάνει αυτό ακολούθησε -συνειδητά ή ασυνείδητα- ένα μονοπάτι χαραγμένο από παλιούς δασκάλους.

Η ευφυΐα του κατέληξε πως δεν μπορούμε να παρουσιάζουμε το αρχαίο δράμα παρά μόνο μέσα από καλά κατακτημένους κώδικες. Και το αδιαμφισβήτητο καλλιτεχνικό ένστικτό του τού χάρισε τη βασιλική οδό για την κατάκτηση μιας σκηνικής διδασκαλίας που αναπτύσσει τη χωνεμένη, κρατυλική ένωση της μουσικής και του λόγου στον ίδιο κώδικα.

Πιθανόν η σύγκριση να ξαφνιάζει - κυρίως γιατί η ιδιαιτερότητα του Μπινιάρη βρίσκεται στο είδος της μουσικής που διερευνά. Αν για παλιούς σκηνοθέτες, όπως ο Ροντήρης ή ο Κουν, η έρευνα περιελάμβανε τα βυζαντινά μέλη και τις εκβολές τους στα μοιρολόγια και τα δημοτικά ακούσματα, για τον Μπινιάρη η έρευνα οδηγεί στα ηλεκτρικά μέρη, στον σύγχρονο ρυθμικό παλμό, στη λούπα. Και στις δύο περιπτώσεις το τέλος του δρόμου φαντάζει το ίδιο: ένα βίωμα που να διαπερνά τα μεγάλα ακροατήρια, να τα δονεί και να τα αγγίζει, κάνοντάς τα με κιναισθητικό τρόπο διαπερατά στις ιδέες των μεγάλων κειμένων.

Τόσο πολύ πιστεύει σε αυτό το ζητούμενο ο Μπινιάρης ώστε τολμά να παραβιάσει συνειδητά και επανειλημμένα ορισμένα θέσφατα του αρχαίου δράματος. Οπως τώρα, με τον «Προμηθέα». Να ξεκινήσω με τη διάρκεια της παράστασης, που δεν ξεπερνά τα 75 λεπτά; Κι όμως, τόσο προφανώς χρειάζεται ο σκηνοθέτης για να αποδώσει ό,τι έχει στο μυαλό του… Ή να περιγράψω όχι τον έναν, αλλά τους δύο ελέφαντες που βρίσκονται στο ίδιο δωμάτιο;

Ο πρώτος είναι, όπως είπαμε ήδη, η μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα. Που καλεί όλους μας να σκύψουμε στο πρωτότυπο για να δούμε τι ποσοστό από όσα ακούσαμε στην ορχήστρα επαληθεύεται από τη φιλολογία. Εχω πει και παλιότερα ότι τόση ποιητική ελευθεριότητα είναι σημείο της εποχής, που φανερά επιλέγει να υπερβεί τον περίβολο της πίστης για να φτάσει στο περιβόλι της υποκειμενικότητας του νοήματος.

Ο δεύτερος όμως ελέφαντας είναι η χρήση των μικροφώνων και ηχείων, του τεχνικού εξοπλισμού που φέτος κάνει θραύση στην Επίδαυρο ούτως ή άλλως, όμως εδώ γίνεται αναντικατάστατο μέρος της παράστασης.

Ο ηχολήπτης μεγεθύνει τις φωνές και τις μειώνει, επαυξάνει τη μελωδία της μουσικής του Φώτη Σιώτα και του βιολοντσέλου του Νίκου Παπαϊωάννου, ώστε αυτό που φτάνει τελικά στο κοινό να είναι επιβλητικά ηχηρό. Ενας Προμηθέας που αντιλαλεί από τα πέρατα του κόσμου και τα βάθη του χρόνου.

Ομως αυτά είναι ο Μπινιάρης, το ξέρουμε… Κι αν τα αναφέρουμε ξανά, είναι περισσότερο για να αναδείξουμε το προφανές. Πως εδώ μιλάμε για μια καλλιτεχνική προσωπικότητα που δεν ανεβάζει αλλά συναντά τον «Προμηθέα» στο διάβα της.

Κάθε άλλωστε πιθανή υποψία για «παραβίαση» διαλύεται από το επιτελείο των ειδικών συνεργατών της παραγωγής, που συμπεριλαμβάνει μια άριστη δραματουργό (Ελενα Τριανταφυλλοπούλου) και δύο αναγνωρισμένες καθηγήτριες της Θεατρολογίας (την Κατερίνα Διακουμοπούλου και την Καίτη Διαμαντάκου, με τη δεύτερη παρακαλώ να αναλαμβάνει σύμβουλος στη μετρική ανάλυση του πρωτοτύπου).

Κι έτσι καταλήγουμε στον πυρήνα των πραγμάτων… Στα σκηνικά της Μαγδαληνής Αυγερινού, τρεις μεγάλες βραχώδεις στήλες βρίσκονται πακτωμένες στο έδαφος, για να μεταφέρουν και να υποβάλλουν σε κλίμακα την κοσμική βία σαν γεωλογική μεταφορά.

Υπάρχει πράγματι κάτι το άγριο και απόμακρο στον χώρο, που επιβεβαιώνεται αμέσως με την είσοδο των μορφών του Κράτους (Αρης Μπινιάρης), της Βίας (Κωνσταντίνος Γεωργαλής) και του Ηφαιστου (Δαυίδ Μαλτέζε). Κουβαλούν πίσω τους τον Προμηθέα του Γιάννη Στάνκογλου αλυσοδεμένο, κακοποιημένο, ταπεινωμένο...

Είναι λοιπόν φανερό. Βρισκόμαστε πολύ πέρα από τον «Καύκασο» και τον «χρόνο», στις πηγές ενός κόσμου που φαντάζει απόλυτα ξένος, απόλυτα άγριος και απόλυτα «απάνθρωπος». Είναι μια ματιά σε ένα σύμπαν τερατώδους βίας και παραλογισμού, ένα σύμπαν χάους και τρόμου. Ναι, αυτά είναι ο «Προμηθέας». Και πουθενά αλλού δεν είδαμε να μεταφέρεται με τόσο θεατρικά πειστικό τρόπο η μετα- αποκαλυπτική κοσμολογία όχι μόνο στην όψη αλλά και στη δόνηση και το ρίγος των θεατών του. Η εικονοποιία της παράστασης θυμίζει κατά τόπους τα σκοτεινά οράματα του Μίλερ. Κι όσο φως απομένει στον κόσμο αυτό, μαζεύεται όλο γύρω από τον νικημένο Τιτάνα, που ανεβασμένος τώρα στον κεντρικό βράχο αφηγείται τα δεινά του στις κόρες του Ωκεανού.

Χωρίς αμφιβολία υπάρχει στην παράσταση η μελέτη της αντίστασης στην τυραννία και το στοιχείο της παραβολής. Ομως το κύριο, επαναλαμβάνω, είναι η επίδρασή της. Οπως συμβαίνει με την κίνηση του Χορού, που θυμίζει κύματα (κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα και χορογραφία της Εύης Οικονόμου), όσο δε για την απαγγελία του, ασφαλώς επιβάλλεται μια εντατική μελέτη στο μέλλον του τρόπου διδασκαλίας του (Δήμητρα Βήτα, Αντριάνα Αντρέοβιτς, Κατερίνα Δημάτη, Φιόνα Γεωργιάδη, Νάνσυ Μπούκλη, Λεωνή Ξεροβάσιλα, Δώρα Ξαγοράρη, Γρηγορία Μεθενίτη και Αλεξία Σαπρανίδου).

Μπροστά από τον βασανισμένο Τιτάνα θα διαβούν ο Ωκεανός του Αλέκου Συσσοβίτη, το πρόσωπο της συγκατάβασης και του συμβιβασμού, ένας μυθικός Κουίσλινγκ, και ο Ερμής του Ιωάννη Παπαζήση, πιστός υπηρέτης της εξουσίας και πρόθυμος εισηγητής της. Μαζί τους θα κουβαλούν τους ίδιους απρόσωπους ακόλουθους - το θεατρικό εφέ της εξουσίας που θέλει πάντα να φαντάζει εντυπωσιακή.

Κυρίως απέναντι στα θύματά της... Η άμοιρη Ιώ, με την Ηρώ Μπέζου, φτάνει μεταλλαγμένη σε κτήνος και περπατά σε ξυλοπόδαρα, αποδίδοντας την αιωνίως περιπλανώμενη, αενάως φυγάδα κόρη.

Ολη αυτή την ώρα, ο Στάνκογλου κουβαλά στο σώμα του το ανεβοκατέβασμα του θυμικού του Τιτάνα, από την οργή στον θρήνο κι από την έκσταση της προφητείας στην ακαταπόνητη αντίσταση. Το σύμπαν θα συντονιστεί για να αντηχήσει το αίτημά του: Εναν κόσμο χωρίς βία και καταπίεση, με μόνο όπλο την κατανόηση και τη λογική.

Εβδομήντα πέντε λεπτά πυκνού και δραστικού θεάτρου. Κι ένα κοίλον που συμμετέχει πνευματικά και ψυχικά σε κάτι αληθινά μεγάλο, μα και μεγαλειωδώς απλό. Και ελπιδοφόρο.

Οταν στο τέλος, στο σπουδαίο φινάλε, οι Ωκεανίδες πάλλονται από τον σεισμό και ο καπνός της στήλης εξαφανίζει τον Προμηθέα, αισθανόμαστε πως αυτό δεν μπορεί να είναι το τέλος αλλά η αρχή μιας νέας δημιουργίας. Μιας δημιουργίας γεμάτης από τον άνθρωπο.

Με αυτά τα μέσα ένα έργο χωρίς ίχνος ανθρώπινης παρουσίας μετέδωσε αυτά στα οποία ο άνθρωπος πίστεψε και για τα οποία μαρτύρησε και χάθηκε και αναστήθηκε. Ο «Προμηθέας» του Μπινιάρη είναι μια κατάκτηση του θεάτρου μας, μια αξιομνημόνευτη στιγμή του.

Γρηγόρης Ιωαννίδης, Εφημερίδα των Συντακτών, 23.8.2021

 

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Περισσότερα για την παράσταση και αγορά εισιτηρίων:

Προμηθέας Δεσμώτης - Περιοδεία

ΣΧΕΤΙΚΑ ΝΕΑ