Ο Άρης Μπινιάρης είχε κάνει το σκηνοθετικό του ντεμπούτο στην Επίδαυρο το καλοκαίρι του 2017 παρουσιάζοντας τους «Πέρσες» του Αισχύλου, με πρωταγωνίστρια την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη. Φέτος, στις 20, 21 και 22 Αυγούστου θα πραγματοποιήσει τη δεύτερη κάθοδό του στο σπουδαιότερο αρχαίο θέατρο της χώρας, πάλι με μια τραγωδία του Αισχύλου και συγκεκριμένα τον «Προμηθέα Δεσμώτη» που τον ερμηνεύει ο Γιάννης Στάνκογλου.
Σε ένα από τα πιο ιδιαίτερα καλοκαίρια των τελευταίων χρόνων, το δεύτερο της πανδημίας και ένα από τα πολλά των καταστροφικών πυρκαγιών, η ιστορία του Προμηθέα είναι «μια ιστορία που μπορεί να ακουστεί ως σκοτεινό σχόλιο για το παρόν ή ως φωτεινή ελπίδα για το μέλλον». Φέτος, ίσως περισσότερο από ποτέ χρειαζόμαστε την ελπίδα και ο Άρης Μπινιάρης μας δίνει τη δική του οπτική για αυτήν.
Η ιδέα να κάνουμε τον Προμηθέα ήταν του Γιάννη (Στάνκογλου). Δεν γνωριζόμασταν πιο πριν προσωπικά. Έγινε πολύ ωραία. Με πήρε στο τηλέφωνο και μου είπε: «Γεια, είμαι ο Γιάννης ο Στάνκογλου, θέλω να βρεθούμε και να συζητήσουμε για κάτι». Έτσι μου το πρότεινε και μου άρεσε πολύ αυτή η προσέγγιση. Χάρηκα και κολακεύτηκα. Βρεθήκαμε, μου είπε την ιδέα και ταυτοχρόνως μου άφησε χώρο. Μου είπε ότι το έργο διέπεται από μια φαινομενική στασιμότητα και ότι αναρωτιέται το πώς θα μπορούσε να ειδωθεί αλλιώς. Μου εξήγησε και τους λόγους που θα ήθελε να το δουλέψουμε μαζί, δηλαδή φαντάστηκε πώς θα εστιάσουμε στον ρυθμό, στον παλμό, στη δόνηση των ανθρώπων. Έτσι ξεκίνησε αυτή η πολύ ωραία ιστορία κι έτσι ωραία συνεχίστηκε.
Η αναγκαστική παύση λόγω κορωνοϊού, που ανέβαλε την πρεμιέρα της παράστασης για ένα χρόνο, ήταν μια δύσκολη περίοδος. Ήταν μια βίαιη παύση, όχι μόνο για λόγους οικονομικούς αλλά και ψυχικής υγείας. Όταν μου τηλεφώνησε ο Δημήτρης Τάρλοου για να μου προτείνει να ανεβάσουμε το «Θείο Τραγί» σε live streaming στο «Πορεία» ένιωσα απίστευτη ψυχική τόνωση. Είχαμε φτάσει στα όρια μας, όταν άνοιξαν πάλι τα θέατρα, μην σου πω τα είχαμε ξεπεράσει. Τι να πει κανείς για αυτή την περίοδο; Αξιοποίησα τον χρόνο μου φτιάχνοντας μαζί με τους φίλους μου μια μπάντα και βγάζοντας την πρώτη μας δισκογραφική δουλειά. Είμαστε οι ORGAZMA, με ελληνόφωνο στίχο και punk rock με industrial στοιχεία συνθέσεις.
Ήταν καλό, επίσης, το ότι είχα ήδη τον «Προμηθέα» στα χέρια μου. Έτσι προσπάθησα να δω πώς μπορώ να τον εξελίξω. Από κάποιο σημείο κι έπειτα άρχισα να σκέφτομαι πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε δημιουργικά αυτή την πάρα πολύ δυσάρεστη κατάσταση καθώς αντικειμενικά είχα τον χρόνο που δεν είχα πριν. Έτσι ξαναείδαμε κάποιες προσεγγίσεις, ξαναείδαμε κάποιες δυνατότητες της παραγωγής. Αυτό είναι αλήθεια ότι μας βγήκε σε καλό. Ο «Προμηθέας» εικαστικά, αισθητικά είναι σε ένα πάρα πολύ καλό επίπεδο, καλύτερο από αυτό που θα ήταν αν ανέβαινε πέρσι.
Ο «Προμηθέας» διαχειρίζεται ως θέματον απεγκλωβισμό του ανθρώπου από ό,τι τον καταδυναστεύει, από ό,τι τον κατευθύνει για προσωπικό του όφελος και τελικά τον καταστρέφει. Είναι η στιγμή που συνειδητοποιείς ότι μπορείς να υπάρξεις και χωρίς εξωτερικούς δυνάστες και χωρίς εσωτερικά δεσμά που σε κρατούν αγκυλωμένο. Το έργο προτείνει την ελπίδα ως αντίβαρο, προτείνει ότι με την ελπίδα νικάς τον θάνατο και όταν λέμε θάνατο εννοούμε οτιδήποτε προκαλεί φθορά.
Όταν ξεκινήσαμε ξανά τις πρόβες και μπήκαμε στο «Πορεία», έναν χώρο που η φυσική του συνθήκη είναι να είναι ανοιχτός και να υποδέχεται καθημερινά κόσμο και διαφορετικό κόσμο και λόγω της καραντίνας αυτό δεν ήταν εφικτό, νιώσαμε όλοι μεγάλη συγκίνηση. Την πρώτη ημέρα είχαμε όλοι μια τεράστια λαχτάρα. Μόνο συγκίνηση νιώθω για τους ανθρώπους του επαγγέλματος, είδα ξανά κάποιες πτυχές μας που ίσως είχαμε χάσει πριν την πανδημία.
Η συγκυρία είναι ότι ο κορωνοϊός ήρθε σε μια περίοδο που προσωπικά ούτως ή άλλως έψαχνα να δω πώς θα κερδίζω χρόνο και αναζητούσα την ισορροπία ανάμεσα στον βιοπορισμό και το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Είχα βάλει μπρος ένα σχεδιασμό ώστε στα επόμενα χρόνια να μεσολαβεί μεγαλύτερο διάστημα μεταξύ των παραστάσεων. Έσκασε η πανδημία κι αυτός ο χρόνος ήρθε από μόνος του.
Προσωπικά θεωρώ τον χρόνο σύμμαχοκαι η πολυτέλεια του χρόνου συνήθως μου γυρνάει σε κακό. Όμως παραδέχομαι ότι είχα φτάσει κι εγώ σε ένα σημείο που έτρεχα σαν τον Βέγγο. Κι έτσι ψάχνω τον τρόπο, δεν τον έχω βρει ακόμη, ώστε να έχω μεγαλύτερα διαστήματα μεταξύ των παραγωγών. Όμως η αναγκαστική παύση που έφερε εκείνη την περίοδο περισσότερο χρόνο τώρα τον συμπυκνώνει, δηλαδή ξαφνικά πάλι πέφτουν όλα μαζί κι έτσι το φθινόπωρο θα ανεβάσουμε τη «Φάρμα των Ζώων» στο Εθνικό.
Ο Προμηθέας είναι στην ίδια αντίληψηκαι στις ίδιες υψηλές ταχύτητες του πολύ σφιχτού ρυθμού που διέπει και τις προηγούμενες δουλειές μου. Η αλήθεια είναι ότι αυτό δεν ξέρω αν θα αλλάξει στο μέλλον. Ίσως όπως αναζητώ ανάσες μεταξύ των παραγωγών ίσως να αναζητήσω και κάποιες ανάσες μέσα στα ίδια τα έργα. Δεν το ξέρω, ακόμη. Έχω πάντως σκεφτεί αρκετές φορές ότι θα είχε ενδιαφέρον να κάνω κάτι κόντρα, να περάσω δηλαδή από κάτι αρκετά σπιντάτο σε κάτι πιο αργόσυρτο. Μπορεί, τίποτα δεν αποκλείεται.
Αυτό που πιστεύω και το έχουμε συζητήσει και με τα άλλα παιδιά του θιάσου, με τη σκέψη ότι ίσως πάλι μπούμε σε καραντίνα ή τέλος πάντων αν έρθουν πάλι δύσκολες ημέρες, είναι ότι πρέπει να επινοήσουμε μια νέα ποιότητα ψυχραιμίας. Δεν την ξέρουμε ακόμη αλλά τη χρειαζόμαστε. Πώς θα την όριζα; Ίσως ως μια άλλη χωρητικότητα στη διαχείριση κρίσεων και προσωπικών εντάσεων που εμπεριέχει την επαγρύπνηση αλλά αποκλείει τον πανικό. Μιλάω από την πλευρά του σκηνοθέτη αλλά και του πατέρα, ιδιότητες που έχουν σχέση μεταξύ τους.
Η σκηνοθεσία έχει κάτι το πατρικό και μητρικό μαζί. Γεννάς κάτι, το φροντίζεις, βάζεις όρια για να το προστατεύσεις. Έτσι νιώθω.
Κείμενο: Λίνα Ρόκου, elculture, 12.8.2021