Οσοι προλάβαμε είδαμε το «δευτερότριτο» της πλατείας Βικτωρίας ζωντανά, οι εξελίξεις όμως ωθούν κι άλλους να το παρακολουθήσουν μέσω της οθόνης τους, στη φροντισμένη μεταφορά της παράστασης στο διαδίκτυο με όλα τα κατάλληλα μέσα που επιμελήθηκε το θέατρο του Δημήτρη Τάρλοου.
Κι αν κρίνω από την προσέλευση του κοινού στο σύντομο διάστημα που το έργο με τον αγγλικό τίτλο «This is NOΤ Romeo and Juliet» πρόλαβε να κάνει την εμφάνισή του επί σκηνής, αν σταθώ στον ενθουσιασμό που διέκρινα στις βουβές αλλά κυρίως στις φανερές αντιδράσεις του νεαρού ακροατηρίου και στο χειροκρότημά του, είμαι απόλυτα πεπεισμένος πως η online αναπαραγωγή του «This is NOT Romeo and Juliet» θα γνωρίσει την ίδια μεγάλη επιτυχία. Και γιατί όχι;
Εχει τα εχέγγυα μιας επιτυχίας μίνι, σαν εκείνες των μικρών σκηνών που κάνουν κάποτε τις μεγάλες να ζηλεύουν. Διαθέτει δύο γνωστούς και πολύ καλούς ηθοποιούς στη διανομή, με γερό καλλιτεχνικό όσο και εμπορικό αντίκρισμα έκαστος (και λόγω της πλατιάς αναγνωρισιμότητάς του από τα σίριαλ) και, από όσο διέκρινα, άφθονη μεταξύ τους χημεία επί σκηνής. Εχει ακόμη μπόλικο θέατρο στα σωθικά και –κυρίως– κρατά αγκαλιά το ζευγάρι που αρέσει πάντα: τον έρωτα και τον θάνατο.
Αν όμως με ενδιαφέρει η συγκεκριμένη παραγωγή, είναι γιατί, όπως πιστεύω, συμπυκνώνει την ίδια στιγμή πολλά από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν πια ολόκληρο ρεπερτόριο της θεατρικής κίνησης των τελευταίων χρόνων. Ή, για να το θέσω διαφορετικά, η νέα παραγωγή του Αργύρη Πανταζάρα είναι εξαιρετικά ενδεικτική ως προς τον τρόπο που κινούνται και γνωρίζουν την επιτυχία οι «δεύτερες» σκηνές μας, ιδιαίτερα τον νέο αυτόν αιώνα.
Εδώ λοιπόν βρίσκονται τα περισσότερα, αν όχι και όλα, όσα έχουμε παρατηρήσει από αυτή εδώ τη στήλη τόσες φορές... Εξαιρέστε μόνο τη μονο-όργανη ζωντανή μουσική, που συνοδεύει συνήθως αυτό το θέατρο… κι έχετε όλα τα υπόλοιπα: το θέατρο τσέπης, το ζευγάρι των νέων ηθοποιών, το ερωτικό στοιχείο, που από τη μια πατάει πάνω σε ένα ρομαντικό αρχέτυπο κι από την άλλη μπολιάζεται με άφθονη σύγχρονη φρασεολογία και κινησιολογία.
Υπάρχει το στοιχείο της ελεύθερης διασκευής, ώσπου το αποτέλεσμα να φτάσει να συνδέεται με το πρωτότυπο έως και μέσω της άρνησης (όπως συμβαίνει εδώ), υπάρχει η μικρή διάρκεια, οι απότομες μεταβολές της διάθεσης, που παραπέμπουν στη νεανική φύση, υπάρχει, ασφαλώς, παντού διάχυτη η χαρά του παιχνιδιού και η μαγεία της σύμβασης-μεταμόρφωσης, το θέατρο εγκιβωτισμένο στο θέατρο. Υπάρχει, τέλος, η συμπλοκή του έρωτα και του θανάτου, και η δόση μιας μελαγχολίας που διαπερνά τη θέρμη του έρωτα σαν ριπή.
Με αυτά πάνω κάτω τα υλικά έχουμε μετρήσει τόσες και τόσες παραγωγές την τελευταία εικοσαετία, σε εξώστες και πατάρια, σε υπόγεια και αυλές, από το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα για δύο», μέχρι το «Ορφέας και Ευριδίκη» ή τον «Απόκοπο». Ολα τους επιτυχίες.
Προφανώς γιατί μας αρέσει να βλέπουμε ξανά και ξανά τη σμίλη των νιάτων να χαράζει το μάρμαρο, τον τρόπο με τον οποίο κάθε επί σκηνής ζευγάρι αφήνει το σήμα του στην αρχαία βελανιδιά του θεάτρου. Κι είναι αληθινά αυτό τρυφερό και μαζί αισιόδοξο. Αυτός είναι ο λόγος που μαγευόμαστε χωρίς να αναζητούμε άλλα αντερείσματα από μια τέτοια νεανική προσπάθεια.
Μας αρκεί που δύο νέα παιδιά, με φλόγα και τέτοια χημεία μεταξύ τους, παίζουν για εμάς το παιχνίδι της αναγέννησης. Κι έχει δύναμη η μεταξύ τους απόπειρα, βγάζει επεξεργασμένη αφέλεια και αθωότητα τόση, που φέρνει στον νου τις εργασίες μιας υποκριτικής σχολής, όταν σαν μαθητές ακόμα οι ηθοποιοί έψαχναν στα κλασικά κείμενα του θεάτρου τη δική τους φωνή.
Την ίδια ζέση μεταφέρουν και πάλι ο Αργύρης Πανταζάρας και η Ελλη Τρίγγου. Παίζουν, λέει, οι δυο τους δυο «ηθοποιούς» που τρυπώνουν ερωτευμένοι σε κάποιο «θέατρο», κι έχοντας για οδηγό και ναύκληρο τον Σέξπιρ διαπλέουν το στενό του έρωτά τους με τη χαρά και τον ενθουσιασμό του, με τα τσαλιμάκια του, με τα πισωπατήματα και τα αιώνια βάσανά του.
Και όπως ανοίγονται στην ποίηση του θεάτρου, συναντούν μοιραία κάποτε το τέλος των προσώπων του βάρδου που κι αυτοί κάποτε –ίσως όπως αυτοί τώρα μπροστά μας– αγάπησαν και χάθηκαν από έρωτα.
Πρόκειται, όπως καταλαβαίνετε, για ένα αδιάκοπο φλερτ εξήντα λεπτών, που έχει συντάξει με κέφι αλλά και τέχνη η Θεοδώρα Καπράλου. Μια ερωτοτροπία με τη γλώσσα του Σέξπιρ, με το σώμα των ηθοποιών, με τους ρόλους του, αλλά εντέλει και με το ίδιο το θέατρο. Το πιο σημαντικό όμως είναι: Οπως έχουμε και πάλι επανειλημμένα τονίσει, το «This is NOT» φανερώνει τη σχέση που έχει αναπτύξει η νέα γενιά καλλιτεχνών μας με τον κλασικό λόγο.
Πρόκειται για σχέση χωρίς στερεότυπα και μακριά από πειθαναγκασμούς, σχέση ελευθερίας και αληθινού, ανεπιτήδευτου σεβασμού. Τι πιο ωραίο από το να βλέπεις νέους να πλησιάζουν τον Σέξπιρ από τον δρόμο της ανάγκης τους να εκφραστούν; Να γεμίζουν το στόμα τους με τα λόγια του, όχι επειδή μιμούνται την ποίησή του, αλλά γιατί διψούν.
Κι εδώ οι Αργύρης Πανταζάρας και η Ελλη Τρίγγου δίνουν το μεταξύ του θεάτρου και της ζωής σαν ποιητικό χάρισμα. Μπορείς να ανακαλύψεις λόγια της ποίησης μέσα στην πραγματικότητα, όπως και αντίστροφα: όσο μπαίνεις στο θέατρο άλλο τόσο το θέατρο μπαίνει μέσα σου.
Εντυπωσιακό στη λειτουργικότητά του το σκηνικό της Δήμητρας Ζίγκαρις, ένα αληθινά εξελισσόμενο όργανο θεάτρου που μετατρέπει την κίνηση των ηθοποιών –εδώ ο Κωνσταντίνος Παπανικολάου έχει συνθέσει μια χορογραφία– και τον σκηνικό χώρο σε μήτρα παραγωγής νοήματος. Οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη ικανοί να φωτίσουν το μεταίχμιο μεταξύ θεάτρου και ζωής, που εδώ αποκτά βαρύνουσα σημασία. Πολύ ενδιαφέροντα τα κοστούμια της Λίνας Σταυροπούλου – ειδικά στην εκ μέρους της απόδοση της συνειδητής θηλυκότητας και της συναισθηματικής ωρίμανσης των σεξπιρικών ηρωίδων που ενσαρκώνει η Τρίγγου.
Τι από αυτά θα φανεί και θα σωθεί στην κινηματογραφημένη απόδοση που θα παρακολουθήσουμε online; Θα δούμε. Πάντως τη θέρμη των σωμάτων που συναντήσαμε ζωντανά, ας την κρατήσουμε για το θέατρο. Είναι άλλωστε αυτή η ευχή του.
Γρηγόρης Ιωαννίδης, Εφημερίδα των Συντακτών, 09.11.2020