O Δημήτρης Τάρλοου, έχοντας διανύσει 20 χρόνια θεατρικής ζωής στο ιστορικό θέατρο Πορεία και εμπνεόμενος από το ποίημα του Ανδρέα Εμπειρίκου «Εις την Οδό των Φιλελλήνων», σκηνοθέτησε την παράσταση «Δόξα Κοινή», όπου ποίηση, έρωτας και θάνατος καθαγιάζονται και το σκοτάδι διαλύεται κάτω από το υπέρλαμπρο ελληνικό φως. Το κείμενο, το οποίο υπογράφει ο Στρατής Πασχάλης, διαπερνά το σύνολο της ελληνικής λυρικής παράδοσης, από τη Σαπφώ μέχρι τον Σολωμό και από τον Καβάφη μέχρι τον Ελύτη. Διαφορετικές ποιητικές διάλεκτοι, εικόνες της καθημερινότητας, πανάρχαια τελετουργικά, γλωσσικό και πολιτιστικό παρελθόν γίνονται ένα στη σκηνή για να υμνήσουν τον έρωτα ως την απόλυτη αξία του ελληνικού πνεύματος.
— Ποιο ήταν το έναυσμα για ένα τέτοιο θεατρικό τόλμημα;
Ότι ήθελα πάρα πολύ να ασχοληθώ με το ποιητικό θέατρο και ότι το θεώρησα την ενασχόληση με την ελληνική ποίηση μια πάρα πολύ καλή άσκηση. Επίσης, είχα μνήμες από δουλειές άλλων που με ενέπνευσαν, όπως μια παράσταση του Βασίλιεφ που είχα δει πριν από πολλά χρόνια στη Μόσχα και ήταν βασισμένη σε ποίηση του Πούσκιν. Ήταν σχετικά απλός ο τρόπος που λειτουργούσε η παράσταση στο τότε θέατρό του Βασίλιεφ, το οποίο έμοιαζε με εκκλησία και οι θέσεις των θεατών ήταν σαν στασίδια. Οι ηθοποιοί απλώς σηκώνονταν και δημιουργούσαν μια σκηνή από το τίποτα, μέσα από τους στίχους. Εδώ είχε επιχειρηθεί από τον Λιβαθινό στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού, πάλι σε δραματουργία του Στρατή Πασχάλη, όπως τώρα.
— Πρέπει να ομολογήσω ότι θεώρησα συμβολική την αναφορά στον τίτλο του ποιήματος του Εμπειρίκου. Σαν να ήρθε η ώρα να επιστρέψουν οι φιλέλληνες για να μας σώσουν.
Είναι το ποίημα που απήγγειλα για να μπω στη σχολή του Εθνικού. Έτσι, η «Οδός των Φιλελλήνων» υπήρξε πάντα για μένα οδηγός και νομίζω ότι στην παρούσα στιγμή μπορεί να ξαναγίνει, με μια έννοια. Είναι όντως μια συμβολική ονομασία. Καταλαβαίνω ότι οι φιλέλληνες είναι κάποιοι ξένοι που σπλαχνίστηκαν ή κατάλαβαν την ουσία αυτού του τόπου. Από αυτή την πλευρά με αφορά, γιατί ο πατέρας μου, ο οποίος δεν ήταν Έλληνας και έζησε στην Ελλάδα 15 χρόνια, κατάλαβε την ουσία του τόπου ‒ θεωρώ τον εαυτό μου Έλληνα, παρότι έχω μια μεικτή καταγωγή. Μάλιστα, ως ζωγράφος, εξέθετε στην γκαλερί Ώρα, η οποία βρισκόταν ακριβώς εκεί, Όθωνος και Φιλελλήνων. Από την άλλη, πιστεύω ότι οι ίδιοι οι Έλληνες, μπορούμε να επιστρέψουμε στην ποίηση απενοχοποιημένα, κυρίως μ' έναν στόχο: να ανακαλύψουμε πάλι τη συνέχεια της γλώσσας και μέσω αυτής το ίδιο το συναίσθημα. Νομίζω ότι τα νέα ελληνόπουλα μπορούν και θέλουν. Ίσως, λοιπόν, μέσα από μια παράσταση η οποία απενοχοποιεί την ποίηση ή, τουλάχιστον, δεν την τοποθετεί σε ηλίθια βάθρα ανόητων διονυσιακών εορτών μπορούμε να ξαναδούμε λίγο την ποίηση όπως πρέπει. Ως κέντρισμα της φαντασίας και του ίδιου του αισθήματος, και δεν εννοώ την αισθηματολογία. Εκεί υπάρχει μια παρεξήγηση. Ο σουρεαλισμός, που κι αυτός υπήρξε παρεξηγημένος για ένα μεγάλο διάστημα, ως μείξη της γλώσσας τολμάει να χρησιμοποιεί ελεύθερα δημοτική και καθαρεύουσα με έναν πάρα πολύ αναπάντεχο τρόπο και αυτό εξάπτει τη φαντασία και τις αισθήσεις. Όλες οι μορφές του ελληνικού μοντερνισμού, φιλτραρισμένες, πιστεύω ότι μπορούν να δημιουργήσουν ένα πυκνό, ωριαίο θέαμα. Να υπενθυμίσουμε στους θεατές ότι η ποίηση και η γλώσσα είναι μία και μπορούμε να τη διατρέξουμε σαν να ξεφυλλίζουμε πολύ γρήγορα ένα βιβλίο, δημιουργώντας μια ιστορία με όλες τις εκφάνσεις του έρωτα. Από τον πλατωνικό, τον παθιασμένο, τον προδομένο, τον αδελφικό και τον μάταιο έως τον πορνικό. Ο έρωτας σε όλες αυτές τις μορφές εμπεριέχει την επαναστατικότητα, άρα το αναπάντεχο, το ακραίο και το αναρχικό. Ίσως κι αυτός είναι ένας λόγος που επέλεξα την ποίηση ως όχημα, γιατί τα τελευταία χρόνια ακούγεται πάρα πολύ η έννοια της φράσης «ζυγούς λύσατε», αλλά εγώ ήθελα να προτείνω ένα λύσιμο ζυγών μέσα από την ποίηση και όχι μέσα από την καταστροφή. Δηλαδή να επανασυνθέσουμε και όχι να αποδομήσουμε πλήρως κάτι. Αυτή ήταν η ιδέα κι έτσι δημιουργήθηκε μια πρωτότυπη σύνθεση από καμιά δεκαπενταριά ποιητές που ο ένας μπλέκεται με τον άλλον, οι στίχοι του ενός συνδιαλέγονται με τους στίχους του άλλου έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα ενιαίο ποίημα όπου σχεδόν δεν καταλαβαίνεις ποιος έχει γράψει τι, γιατί τα ποιήματα που έχουμε επιλέξει δεν είναι και από τα πιο γνωστά. Αίφνης, λοιπόν, βρίσκεσαι από ένα δημοτικό τραγούδι ή από τον Χορτάτση στον Εγγονόπουλο, από τον Καβάφη στον Ελύτη, από τη Σαπφώ μεταφρασμένη στη Σαπφώ στο πρωτότυπο.
— Και όλα αυτά τα συνδέει ο έρωτας.
Ο έρωτας και ο θάνατος ως έναυσμα νέας ζωής.
— Θεωρείτε ότι μια παράσταση έχει σημασία, εφόσον είναι βαθύτερα πολιτική;
Προσωπικά, δεν μπορώ να επικοινωνήσω με αυτές τις έννοιες. Δηλαδή οι ταινίες του Φελίνι είναι πολιτικές; Είναι πολιτικές οι ταινίες του Ταρκόφσκι;
— Έχουν στο επίκεντρό τους τον άνθρωπο και τις αντιφάσεις του, οπότε γίνονται πολιτικές αφού αποκτούν οικουμενική διάσταση.
Με αυτή την έννοια όλα είναι πολιτικά και οποιοδήποτε statement είναι πολιτικό, εφόσον αποτελεί θέση. Το θέατρο ως κέντρο του έχει τον άνθρωπο και τις ανθρώπινες σχέσεις. Δεν μπορώ όμως να θεωρήσω τον Τσέχοφ πολιτικό, όπως ούτε το σινεμά του Γούντι Άλεν. Αυτό που αναφέρετε ως πολιτική εμένα με μπερδεύει. Είναι σαν να πρέπει να δώσεις μια μασημένη τροφή στον θεατή, να του επεξηγήσεις κάτι, αντί να ασχοληθείς με την πολυπλοκότητα, να απλοποιήσεις τα πράγματα έτσι ώστε να γίνουν κατανοητά. Εμένα δεν με ενδιαφέρει το θέατρο για ανόητους, με ενδιαφέρει το θέατρο για ευφυείς, οι οποίοι οφείλουν να μπουν σε ένα σύμπαν που θα τους δημιουργήσεις εσύ. Αυτό είναι το βασικό μέλημα του θεάτρου και όταν μπεις σε αυτό το σύμπαν, καθόλου δεν σε ενδιαφέρει η πολιτική προέκταση. Γιατί οι παραστάσεις του Βογιατζή είχαν τέτοια απήχηση; Διότι είχε την ικανότητα μέσα στα δύο πρώτα λεπτά να σε βάζει σε έναν κόσμο άλλοτε παράδοξο, αλλόκοτο, μαγικό ή ονειρικό. Έναν κόσμο που σε ρουφούσε σε μια χοάνη, από την οποία βγαίνοντας, όταν τελείωνε η παράσταση, έπαιρνες τις εικόνες του μαζί σου.
— Η ποίηση ως θεατρική δράση δεν είναι αναπόφευκτα ένα είδος statement;
Εγώ ό,τι κάνω το κάνω μόνο γιατί έχω μια βαθιά επιθυμία γι' αυτό. Ο τρόπος που προκύπτει έχει να κάνει με το ανθρώπινο δυναμικό και το ίδιο το υλικό με το οποίο επιλέγουμε να ασχοληθούμε. Όσον αφορά την ποίηση, δεν είχα κάποιο statement να κάνω, παρα μόνο ένα αντίδωρο για την αγάπη, την εμπιστοσύνη και τη στήριξη που έχω δεχτεί από τους συνεργάτες μου, την οικογένειά μου και τους φίλους μου τα 20 χρόνια της λειτουργίας του θεάτρου Πορεία. Η θέση της παράστασης είναι η πίστη σε κάτι. Δεν είναι απλό να πάρεις 10 ηθοποιούς και μέσα σε 50 μέρες να έχουν αναπτύξει μια ανθρώπινη σχέση και εμπιστοσύνη. Για να το πετύχει κανείς αυτό πρέπει και ο ίδιος να έχει πίστη αλλά και την εξομολογητικότητα και την ανοιχτή διάθεση να μιλήσει για τον εαυτό του. Εγώ μιλάω για τον εαυτό μου στους ηθοποιούς, τους αποκαλύπτω πράγματα που πολλές φορές δεν έχω πει ούτε σε φίλους μου.
— Αυτό το υποθάλπει η θεατρική σύμβαση.
Προφανώς, γιατί δεν είναι ψυχοθεραπεία το θέατρο. Επίσης, υπάρχει αυτή η άτυπη συμφωνία μεταξύ μας πως οτιδήποτε λέγεται μέσα στους τέσσερις τοίχους της πρόβας είναι δικό μας και έχει αποκλειστικά και μόνο καλλιτεχνική χρήση. Με αυτή την έννοια, πολλοί ηθοποιοί μού έχουν αφηγηθεί πράγματα τα οποία είναι εξαιρετικά δύσκολα, όχι εν είδει ψυχοθεραπείας. Πολλές φορές, βέβαια, υπάρχουν εκρήξεις, κλάματα και αποχωρήσεις, οι οποίες αντιμετωπίζονται πάρα πολύ ήρεμα, κι έτσι, αφού εκτονωθούν για λίγο, επιστρέφουν στο προστατευμένο περιβάλλον της πρόβας. Με τον ίδιο τρόπο έχω μιλήσει κι εγώ για τις δυσκολίες μου, για πράγματα τα οποία με ώθησαν να είμαι σε αυτό που είμαι, με σημάδεψαν, για γελοιοποιήσεις μου, για εξαιρετικά δύσκολες θέσεις στις οποίες βρέθηκα. Γενικά, στις πρόβες γίνεται μια τέτοιου είδους ανταλλαγή, έτσι ώστε στο τέλος τους να έχουμε γνωριστεί πιο καλά και να εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον. Μέσα από αυτές τις αφηγήσεις γίνονται και οι κατάλληλες επενδύσεις. Οι αυτοσχεδιασμοί λειτούργησαν στη συγκεκριμένη παράσταση με πολύ μαλακό και περιχαρακωμένο τρόπο, αλλά είχε γίνει και μια πάρα πολύ προσεκτική επιλογή ηθοποιών.
— Παρατηρείτε διαφορά μεταξύ παλιότερης και νεότερης γενιάς ηθοποιών;
Βεβαίως. Ως προς το επίπεδο της ειλικρίνειας, τις εμπειρίες αλλά και τον τρόπο έκφρασης, κι αυτό χάρη στο ότι παρακολουθούν πολύ περισσότερο ξένο θέατρο. Έχουν πολύ περισσότερες προσλαμβάνουσες. Αυτό, όμως, οφείλεται στο ότι η νέα γενιά έχει προσπαθήσει λίγο περισσότερο. Δεν τα βρήκε όλα έτοιμα και προσπάθησε να αναπτύξει τις δεξιότητές της μέσα από την κρίση, ενώ συγχρόνως έχει βαθιά πίστη σε αυτό που είναι και σε αυτό που μπορεί να πετύχει. Όλα αυτά μου δημιουργούν πολύ μεγαλύτερη διάθεση να συνεργαστώ μαζί τους απ' ό,τι με ηθοποιούς της δεκαετίας του '80.
— Πώς αντιμετώπισαν τις διάφορες εκφάνσεις της γλώσσας;
Η ενασχόληση με τη γλώσσα και αυτού του είδους τον ρυθμό εξάπτει με κάποιον τρόπο και το αίσθημα. Οι ηθοποιοί ζητούσαν αυτού του είδους τη γλώσσα και την ενασχόληση με τον στίχο προκειμένου να εκφράσουν κάτι το υψιπετές, επιτρέψτε μου να πω, το υψηλόφρον. Όχι με την έννοια του βερμπαλισμού αλλά με την έννοια της εκρηκτικότητας, της επαναστατικότητας, της απελευθέρωσης. Ουσιαστικό εμπόδιο είναι η διακοπή της συνέχειας της γλώσσας. Υπάρχει ένα ταμπού, που είναι η καθαρεύουσα, η οποία συνδέθηκε κάποια στιγμή με την ανοησία, όταν ο Γεώργιος Παπαδόπουλος άρχισε να μιλάει μια γλώσσα η οποία προέκυψε μέσα από μια διαστροφή της καθαρεύουσας. Αυτή η κακοποίηση πέτυχε να απαξιώσει την καθαρεύουσα στα μάτια των νέων ανθρώπων, καθιστώντας τη μια ξύλινη γλώσσα, η οποία δεν εκφράζει τίποτα το αληθινό. Αγνοώντας, βέβαια, και ότι η ανάποδη, η μαλλιαρή δημοτική, ήταν ακόμα χειρότερη. Εκεί κι αν υπήρχε διαστροφή σε σχέση με το αίσθημα! Εν πάση περιπτώσει, η ουσία είναι ότι ο υπερρεαλισμός δοκίμασε κάτι που ήταν αρκετά ρηξικέλευθο. Ο συγκερασμός των δύο γλωσσικών ιδιωμάτων, της δημοτικής και της καθαρεύουσας, δημιούργησε ένα εκρηκτικό μείγμα και ταυτοχρόνως συνέδεσε τις διάφορες εκφάνσεις της ελληνικής γλώσσας σε μία. Ευτυχώς, οι συγκεκριμένοι ηθοποιοί είναι εξαιρετικά διαβασμένοι.
— Η κρίση εκτίναξε τη θεατρική παραγωγή, με αποτέλεσμα να υπάρχει ετησίως ένας απροσδιόριστα μεγάλος αριθμός παραστάσεων.
Είναι θεατρική παραγωγή να πάρω πέντε φίλους μου και να κάνω σε ένα υπόγειο μια παράσταση; Δεν νομίζω.
— Η στροφή στο ποιοτικό ρεπερτόριο που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια οριστικοποίησε τη θέση ενός αστικού θεάτρου, όπως το Πορεία, στον χάρτη της Αθήνας.
Εγώ έχω την αίσθηση ότι το Πορεία μπήκε στον θεατρικό χάρτη λόγω του ότι σιγά-σιγά άρχισε να γίνεται κατανοητό ότι κάνει δουλειές από ένα επίπεδο και πάνω, οι οποίες προσελκύουν έναν συγκεκριμένο αριθμό θεατών. Αυτό έκανε ένα πιστό θεατρόφιλο κοινό να το ακολουθεί σε παραστάσεις που δεν είναι ενός δημιουργού. Δεν σκηνοθετώ μόνο εγώ στο Πορεία, έχουν σκηνοθετήσει από τον Λιβαθινό μέχρι τον Χουβαρδά, και από τον Γκραουζίνις, τον οποίο εγώ έφερα στην Ελλάδα, μέχρι τον Μουμουλίδη, τον Καραντζά και τον Μπινιάρη.
— Αυτό συμβαίνει γιατί, εκτός από παραγωγός, είστε και καλλιτέχνης κι έτσι έχετε καλλιτεχνική άποψη.
Έχω ηθική άποψη.
— Εκεί που άλλοι έχουν πολιτική άποψη;
Δεν θα διαφωνήσω. Η δική μου άποψη είναι ηθική και δεν ξέρω πού με κατατάσσει αυτό, στην αριστερά, στη δεξιά ή στην αριστεροδεξιά. Η άποψή μου είναι ότι οι άνθρωποι που ασχολούνται με το θέατρο πρέπει να αμείβονται και ότι πρέπει να τους αντιμετωπίζει κανείς ως ισότιμους συνεργάτες. Να τους σέβεται και να τους αγαπά γι' αυτό που προσφέρουν ή να μην τους αγαπά γι' αυτό που δεν προσφέρουν ή γιατί θέλησαν να καταστρέψουν κάτι το οποίο είναι ακριβό, σαν κόρη οφθαλμού. Κι αυτές οι περιπτώσεις υπάρχουν, δεν τους αγαπούμε όλους.
— Υπήρξαν μεγάλες ρήξεις;
Φυσικά! Είναι δυνατόν μέσα σε 20 χρόνια να μην έχεις έρθει σε ρήξεις; Αλλά κι αυτές τις χρησιμοποίησα προς δικό μου όφελος, προσωπικό, για να καταλάβω κάτι δικό μου. Έτσι ώστε να αποφύγω κάτι στο μέλλον ή να καταλάβω πού έφταιξα σε σχέση με κάποια ρήξη ή με μια αποτυχία. Γιατί για όλες τις επιλογές μας εμείς είμαστε υπεύθυνοι, όχι μόνο οι άλλοι. Δεν είναι όλα μονομερή, οι άνθρωποι που τα ρίχνουν όλα στους άλλους δεν με ενδιαφέρουν. Εγώ πολλές φορές κάνω αυτοκριτική, και σοβαρή αυτοκριτική.
— Δεν έχετε δηλώσει πολιτική ταυτότητα.
Δεν αφορά κανέναν η πολιτική μου θέση. Αυτό που με απασχολεί είναι αυτό που είπατε, ότι το θέατρο Πορεία είναι ένα αστικό θέατρο. Αυτό, λοιπόν, με απασχολεί ιδιαιτέρως.
— Πρώτη φορά το ακούτε;
Όχι, το ακούω πολλοστή φορά. Κι αυτό μου προκαλεί την εξής απορία: υπάρχει κάτι σε αυτήν την πόλη που δεν είναι αστικό; Δηλαδή, το θέατρο που κάνει ο Μπισμπίκης δεν είναι αστικό; Είναι του λόγγου, του βουνού;
— Βρίσκεται στη βιομηχανική ζώνη, ένα είδος underground.
Εγώ ξέρω ότι όσο πιο underground ή όσο πιο βιομηχανική ζώνη είσαι, τόσο πιο in και τόσο πιο εντός του συστήματος. Όταν ερχόντουσαν οπαδοί της Χ.Α. και βαρούσαν το ταμείο και τις πόρτες γιατί πίστευαν ότι κρύβουμε μες στο θέατρο μετανάστες, δεν είδα να απασχολεί κανέναν ιδιαίτερα.
— Το κοινοποιήσατε; Δεν βγήκαμε να το πούμε στα κανάλια. Εννοείται ότι έχουμε κοινωνική δράση και ότι συνεργαζόμαστε με τη Μέλισσα και πηγαίνουμε όλοι οι συνεργάτες ρουχισμό και ό,τι περισσεύει από τρόφιμα. Θεωρώ ότι αποτελεί υποχρέωσή μας. Θα το διαφημίζουμε στα κανάλια για να μας θεωρήσουν αριστερούς;
— Ενώ κάποιοι έχουν ανάγκη να το διαφημίσουν;
Εσείς τι λέτε; Δεν το παρατηρείτε; Και ξαφνικά κάποιοι αποκτούν αριστερό πρόσημο και κάποιοι «αστικό», δηλαδή δεξιό.
— Με τον χαρακτηρισμό «αστικό», πάντως, δεν εννοούσα δεξιό, ίσως πιο mainstream.Το κοινό έχει αλλάξει σε σχέση με αυτό που ήταν πριν από 20 χρόνια; Έχει εκπαιδευτεί;
Νομίζω πως ναι. Το ελληνικό κοινό και εκπαιδευμένο είναι, τουλάχιστον περισσότερο από πριν 20-30 χρόνια, και πολύ ανοιχτό και πολύ έξυπνο. Δεν πρέπει να έχουμε παράπονο. Από τη στιγμή που μπορεί να στηρίζει όλες αυτές τις παραστάσεις ή κάποιες από αυτές ‒φέτος, ας πούμε, είναι μια κακή χρονιά, όλοι το λένε‒, είναι γενναιόδωρο. Εγώ το θεωρώ πολύ ανεκτικό, αν ήμουν στη θέση τους σε πολλές περιπτώσεις θα είχα σηκωθεί και θα είχα ουρλιάξει. Είναι ένα καλό κοινό, αλλά όχι πολύ γενναιόδωρο στο χειροκρότημα. Έχω βρεθεί στη Ρωσία όπου χειροκροτούσαν ρυθμικά για ένα τέταρτο. Αλλά μιλάμε για μια κουλτούρα αποδοχής του επαγγέλματος σε εντελώς άλλο επίπεδο. Λες ότι είσαι ηθοποιός και υπάρχει θαυμασμός, γιατί ξέρουν τι χρειάζεται για να γίνεις. Ενώ εδώ ο κάθε πικραμένος λέει ότι είναι ηθοποιός ή σκηνοθέτης. Εγώ ντρέπομαι και να το λέω.
— Υπάρχει υπερβολική παραγωγή ηθοποιών στην Ελλάδα;
Υπάρχει υπερβολική παραγωγή γιατί υπάρχουν πολλές σχολές που παράγουν ανθρώπους οι οποίοι θα ήθελαν να είναι ηθοποιοί, αλλά δεν μπορούν να είναι. Από την άλλη, παράγουν πολύ καλύτερης ποιότητας και ανώτερης εκπαίδευσης ηθοποιούς απ' ό,τι στο παρελθόν. Επίσης, με πολύ καλύτερες δεξιότητες. Εγώ θαυμάζω τους ηθοποιούς που επέλεξα και αξίζουν ένα «μπράβο». Κάνουν μια ασκητική ζωή, ζουν για και από το θέατρο, παίζουν σε δυο και τρεις δουλειές αναγκαστικά για να ζήσουνε. Πολλοί ηθοποιοί έχουν καταλάβει ότι το να ζεις καλά δεν είναι το να ζεις με πολλά αλλά να ζεις για το ευ ζην, για τη μαγεία της θεατρικής πράξης. Δεν είναι ότι δεν θέλουν να πληρώνονται καλά, αλλά δεν ζουν για τους μεγάλους μισθούς. Πιστεύω πάρα πολύ στη νέα γενιά καλλιτεχνών, όπως και στη νέα γενιά επιστημόνων, στην Ελλάδα και εκτός, που τα επόμενα χρόνια θα χτίσουν μια νέα Ελλάδα. Με λιγότερες εξαρτήσεις και υλικούς παράγοντες όπως το χρήμα, η επιτυχία, η άνοδος, και κυρίως λιγότερες αγκυλώσεις όσον αφορά τις ιδέες, την ιδεολογία. Σε αυτή την παράσταση μιλήσαμε πολύ γι' αυτό. Τι σημαίνει, ας πούμε, πολιτική ορθότητα. Αυτή η παράσταση είναι εναντίον οποιασδήποτε πολιτικής ορθότητας. Είμαι έξαλλος με την πολιτική ορθότητα. Όταν ακούω ότι διώκονται καλλιτέχνες που αγαπώ πολύ, όπως ο Γούντι Άλεν, με πιάνει μεγάλη θλίψη για τον φασισμό τον οποίο ζούμε στην καθημερινότητά μας. Αυτή η παράσταση είναι εναντίον αυτού του είδους τις κατηγοριοποιήσεις, τους φασισμούς, ενάντια στο τι πρέπει και τι δεν πρέπει να γίνεται. Σε αυτό το θέατρο έχω συνεργαστεί με όλων των ειδών τους ανθρώπους, με αναπηρία, άλλης φυλής, άλλου χρώματος, αντίθετης ιδεολογίας ή σεξουαλικού προσανατολισμού, χωρίς κανένα πρόβλημα και καμία διάθεση κριτικής. Είμαστε ένα θέατρο πολύ ανοιχτό. Αυτό είναι για μένα το πολιτικώς ορθό, να μην υπάρχει πολιτικώς ορθό, να είμαστε ανοιχτοί στα πάντα και να προχωράμε πάντα με γνώμονα την ηθική και την καλλιτεχνικότητα, όχι το κέρδος, τη φήμη, την επιβολή και όλα όσα μας έχουν διαλύσει εδώ και δεκαετίες.
Πληροφορίες & αγορά εισιτηρίων
Χρήστος Παρίδης
31.01.20, Lifo