«Ένα Φεγγάρι Για τους Καταραμένους». Γραμμένο το 1943 (το κύκνειο άσμα του) από τον Ευγένιο Ο’Νηλ και τοποθετημένο στο μακρινό 1923, το αυτοβιογραφικό και βαθιά μελαγχολικό– παρόλο το καυστικό χιούμορ του – έργο του ιδιαίτερα αγαπητού στη χώρα μας συγγραφέα, παρουσιάζει με γλαφυρότητα και ταυτόχρονα υφολογικό λυρισμό την «καταραμένη» ιστορία της Τζόσι και του Τζιμ, με φόντο το αχανές, πετρώδες και συχνά αφιλόξενο τοπίο της αμερικανικής υπαίθρου.
Η ικανότατη Μαριλίτα Λαμπροπούλου σκηνοθέτησε με «ψύχραιμη ευαισθησία» μία ονειρικά ρεαλιστική παράσταση που ξεκινάει και τελειώνει με μια «σφαγή». Με αίμα και χωρίς. Με τη δεύτερη να είναι πολύ πιο επώδυνη κι ας μην αιμορραγούν τα θύματα.
Η γνωστή ηθοποιός και σκηνοθέτις, πέρα από το γεγονός ότι δημιούργησε μία άρτια αισθητικά παράσταση, στην οποία ακόμα και οι όποιες μικροατέλειες ενίσχυσαν εν τέλει το συνολικό αποτέλεσμα, προσδίδοντάς του μια χροιά φυσικότητας και αλήθειας., κατάφερε πέρα και πάνω απ' όλα να μας αγγίξει ειλικρινά, εκεί που πονάει ο καθένας. Γιατί όλοι μας κάπου πονάμε...
Άνθρωποι και γουρούνια "συνυπάρχουν" στη φάρμα του Φιλ Χόγκαν/Γιάννης Νταλιάνης και της κόρης του Τζόσι Χόγκαν/Ιωάννα Παππά, με τους μεν να προσομοιάζουν στα δε, κάτι που υποδηλώνεται με τους ανάλογους συμβολισμούς, άλλοτε προφανείς και σε κάποιες περιπτώσεις εντελώς υποδόριους, που μεταφέρουν όμως σε κάθε περίπτωση το μήνυμα που πρέπει να μεταφέρουν στους θεατές με αλληγορική σαφήνεια, χωρίς φλυαρίες και σίγουρα χωρίς περιστροφές.
Την καθόλου ήρεμη καθημερινότητα του Φιλ και της Τζόσι, που έχουν πλέον "εγκαταλειφθεί" από όλους τους οικείους τους και τρώνε καθημερινά τις σάρκες τους, όπως μόνο οι άνθρωποι που αγαπιούνται πολύ δύνανται να πράξουν, έρχεται να ταράξει ακόμα περισσότερο η παρουσία του Τζιμ Ταϊρόν/Γιώργος Τριανταφυλλίδης, ενός έκπτωτου και νυν αλκοολικού "πρίγκιπα" που πολύ σύντομα θα κληρονομήσει την περιουσία της θανούσας μητέρας του. Ο Φιλ βλέπει σ' αυτόν μια ευκαιρία και η Τζόσι έναν έρωτα. Ο Τζιμ πάλι εδώ και πολύ καιρό δεν είναι σε θέση να δει τίποτα και κανέναν, πέρα από το προσωπικό του δράμα, που τον έχει μετατρέψει σε "νεκροζώντανο".
Η αέρινη Ιωάννα Παππά/Τζόσι, που εδώ θολώνει με την υποκριτική της δεινότητα ακόμα και αυτήν την έμφυτη φυσιογνωμική λάμψη της και μεταμορφώνεται σε ένα παράξενα γοητευτικό πλάσμα που διαθέτει μία δική του ομορφιά, θαμπή και ακατέργαστη, όπως η καθημερινότητα της στο κτήμα του πατέρα της, τον οποίο υποδύθηκε με απόλυτη συνέπεια ο γνωστός και καταξιωμένος ηθοποιός Γιάννης Νταλιάνης, προσδίδοντας σε έναν φαινομενικά αντιπαθή χαρακτήρα στοιχεία που εν τέλει μας έκαναν να συμπάσχουμε μαζί του, ακόμα και όταν καταδικάζαμε τις επιλογές του ήρωά του.
Στον κομβικό ρόλο του αυτοκαταστροφικού και ταυτόχρονα "θανατερά" ερωτεύσιμου Τζιμ, ο Γιώργος Τριανταφυλλίδης κατέθεσε μία γνήσια καλλιτεχνική πρόταση, δημιουργώντας έναν πολύ ενδιαφέροντα, εντελώς αντιφατικό χαρακτήρα που δίνει μία άνιση μάχη με τον εαυτό του - και το θάνατο- η οποία χάρη στην Τζόσι χαρίζει στην προδιαγεγραμμένη ήττα του μια λυτρωτική αίσθηση.
Τα υπόλοιπα πρόσωπα του έργου, εμφανίζονται μεν για λίγο στη σκηνή όπως ο Μάικ Χόγκαν/Ντίνος Γκελαμέρης και ο πλούσιος γαιοκτήμονας Στεντμαν Χάρντερ/Ιώκο-Ιωάννης Κοτίδης, αλλά συνεισφέρουν σημαντικά στη δραματουργική εξέλιξη, αφού ο μεν πρώτος εγκαταλείπει τον πατέρα και την αδερφή του, όπως και τα υπόλοιπα αδέλφια του προς αναζήτηση μίας καλύτερης ζωής και ο δεύτερος αποτελεί τη "δαμόκλειο σπάθη" πάνω από τα κεφάλια του Φιλ και της Τζόσι, που κινδυνεύουν να χάσουν το μοναδικό περιουσιακό τους στοιχείο, αν φυσικά ο Τζιμ τους...πουλήσει...Το συμφέρον και οι ανθρώπινες σχέσεις, οι συγγενικοί δεσμοί και το ερωτικό πάθος, το καθήκον και η προσωπική βούληση, η ζωή και ο θάνατος, το παρελθόν απ' τα φαντάσματα του οποίου δύσκολα γλιτώνει κανείς, το προσωπικό αδιέξοδο του καθενός απέναντι σε μια μεγαλύτερη εικόνα ενός κόσμου που συντρίβει καθετί αγνό και ανόθευτο κάτω από το ασήκωτο βάρος της βίας, του κέρδους και της επικράτησης του ισχυρότερου.
Το έργο του Ευγένιου Ο' Νηλ αν και σε πρώτη ανάγνωση αποτελεί μία σύγχρονη ηθογραφία, διαβάζοντας κάτω από τις αδρές γραμμές του όπως έκανε η Μαριλίτα Λαμπροπούλου, ανακαλύπτει ένα έργο με πολλά ψυχαναλυτικά στοιχεία που αποτελεί επί της ουσίας έναν αριστοτεχνικό επίλογο του έργου "Ταξίδι μακριάς μέρας μέσα στη νύχτα" , με την ιστορία του Τζέιμι Ταϊρόν (περσόνα του αδερφού του στο Ταξίδι) να εξαγνίζεται από τον ίδιο τον συγγραφέα, σε μία ύστατη πράξη ελέους, απέναντι σε έναν άνθρωπο που είχε καταλυτική επίδραση στον ψυχισμό του συγγραφέα, αλλά και στο συγγραφικό του έργο.
Τον ωχρό ήλιο του Φθινοπώρου διαδέχεται ένα εξίσου χλωμό και δυσοίωνο φεγγάρι, που φωτίζει το τραγικό αδιέξοδο δύο ανθρώπων που ενδεχομένως να άξιζαν κάτι καλύτερο, αλλά η μοίρα τους έχει πλέον διαγραφεί και θα τους οδηγήσει σε ένα οδυνηρό ξημέρωμα, που κρύβει όμως για τον καθένα κάτι παραπάνω από ατελείωτη λάσπη και βρώμικο, βαλτωμένο νερό. Τη συνειδητοποίηση πως πραγματικά καταραμένοι είναι αυτοί που δεν αγάπησαν ποτέ κάποιον τόσο πολύ, που να τους κοστίσει όλη την υπόλοιπη ζωή τους...ή όπως λέει η Τζόσι στον Τζιμ "Έλα να καθίσουμε...Έτσι...αγκαλιά. Γείρε το κεφάλι σου στο στήθος μου...όπως είπες ότι σ'αρέσει...Ωραία{...}Μετά από τόσα ψέματα και δολοπλοκίες, στο χρωστάω να σου δώσω αυτή την αγάπη που έχεις ανάγκη. Δεν είναι και δύσκολο...Σ' αγαπώ με χίλιους τρόπους...και ίσως αυτός εδώ να είναι ο πιο σπουδαίος, γιατί μου κοστίζει τόσο πολύ".
Τα σκηνικά-κοστούμια της Νίκης Ψυχογιού ήταν λιτά μεν, αλλά δηλωτικά της εποχής και σίγουρα ταιριαστά με την ιδιοσυγκρασία του κάθε ήρωα, οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη απέδωσαν με ατμοσφαιρικότητα και μια θολή λάμψη τις εναλλαγές από την ημέρα στη νύχτα και το ανάποδο, ενώ δύσκολη ήταν και η δουλειά της κινησιολόγου της παράστασης Κορίνας Κόκκαλη που βοήθησε σημαντικά τους ηθοποιούς σε κάποιες πιο απαιτητικές κινητικά σκηνές. Τέλος, σημαντικό ατού της παράστασης η νωχελικά αισθαντική μουσική των Κώστα Γάκη και Κώστα Λώλου, που πλημμύρισε της αισθήσεις μας απαλύνοντας τα όποια αρνητικά συναισθήματα.
"Ένα Φεγγάρι Για τους Καταραμένους", στο Θέατρο Πορεία. Στο τέλος ο καθένας θα πάρει το δρόμο του (χωρίς επιστροφή...) και το ξημέρωμα θα τους βρει όλους τόσο ίδιους μα και τόσο αλλαγμένους.
Διαβάστε την κριτική της Λίλας Παπαπάσχου στο ΘΕΑΘΗΝΑΙ
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση και αγορά εισιτηρίων: «Ένα φεγγάρι για τους καταραμένους»