Η λεπτή σάτιρα που κατακλύζει το έργο του Ρώσου συγγραφέα συναιρώντας το κωμικό με το τραγικό, αναδείχθηκε δεξιοτεχνικά σε βάθος και σε έκταση μέσα από τις αντιθέσεις. Λειμώνες μαραμένοι η ζωή τους. Λιβάδια καμένα. Οι αγροτικές εκτάσεις της Ρωσίας αποδίδονται από το χρυσαφένιο χαλί που φώτιζε το δάπεδο της σκηνής και έφερνε στο μυαλό του θεατή τα στάχια της Ρωσίας ή την παρελθούσα θαλερότητα των φθινοπωρινών ανθέων που θυμίζει τις ελπίδες των ηρώων. […] Η σκηνογραφία με εξαιρετική σημειολογία και άρτια αισθητική απετέλεσε την καλύτερη μετάφραση του έργου επί σκηνής. Η ζωή των πρωταγωνιστών, μια αίθουσα αναμονής, μια ετεροτοπία. Ένα μέρος που βρίσκεσαι και δεν βρίσκεσαι, που είσαι και που δεν είσαι. Φθαρμένα, σπασμένα πλακάκια. Τι ειρωνεία… Ένας εγκαταλελειμμένος σταθμός στον οποίο βρίσκονται συνεχώς οι αδελφές, μα ποτέ δε φεύγουν, αφού τρένο δεν πρόκειται να φανεί. Το τσεχωφικό κλίμα αποδόθηκε αναβαπτισμένο, φρέσκο, εμπλουτισμένο με σύγχρονα στοιχεία κάνοντας τις «Τρεις Αδελφές» ένα έργο που δεν παριστάνει το μοντέρνο, αλλά είναι.
Κατερίνα Πεστατζόγλου