bars

Η σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου γίνεται ένα μωσαϊκό

Η σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου γίνεται ένα μωσαϊκό από σημερινές, χθεσινές και αυριανές αναζητήσεις λαμβάνοντας υπόψη αυτό που λέει ο Άντον Τσέχοφ, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, σε όλα του τα έργα πως «η ζωή δεν αλλάζει, μένει αμετάβλητη. Οι ιδέες της σκηνοθεσίας ενσωματώνονται ομαλά από μια ισορροπημένη ανάγνωση, όπου η φόρμα της «καθαρής» ρεαλιστικής αφήγησης συναντά την ποίηση χάρη στις-τωρινές και παντοτινές – ψυχικές αναζητήσεις των χαρακτήρων. Ποιος, από εμάς δεν μπορεί να ισχυριστεί άλλωστε πως, η ευτυχία είναι υλικό του μέλλοντος; Το στοίχημα της ομάδας, της συμπόρευσης (που επιβάλλεται από τη φύση ενός τέτοιου έργου) έχει κατακτηθεί. Από εκεί και πέρα, δίνεται χώρος για να αναπτυχθούν οι προσωπικότητες των ερμηνευτών. Οι Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Λένα Παπαληγούρα και Ιωάννα Παππά έχουν ως «τρεις αδελφές» δημιουργήσει μια μικρο-ομάδα μέσα στην ομάδα, έναν ακόμα πιο συνεκτικό κύκλο ερμηνείας από αυτόν του συνόλου και ως αποτέλεσμα είναι ορατό. Την ίδια ώρα, έχουμε μια Αϊδίνη να προσφέρει στην Όλγα ένα πορτρέτο γήινο, ευαίσθητο και αληθινό, μια Παπαληγούρα να δίνει στην Ειρήνη το παιχνίδισμα της κοριτσίστικης δροσιάς της και να την οδηγεί βήμα – βήμα μέχρι τη ματαίωση, μια Παππά να συγκινεί καθώς διαχειρίζεται τις μεταπτώσεις και τις εκρήξεις της Μαρίας. Ο Λαέρτης Μαλκότσης, δοτικός και ακμαίος ως Αντρέας, ο Γιάννης Νταλιάνης που δεν αφήνει την εμπειρία του να τον προδώσει είναι ένας πολύ ωραίος Βερσίνιν, ο Παντελής Δεντάκης ενσαρκώνει με ευκρίνεια τον άνθρωπο που ελπίζει γιατί αγαπά, στο ρόλο του βαρώνου Τούζενμπαχ. Στους «πειραγμένους» ρόλους – που ζωηρεύουν την ακροβασία των τσεχωφικών έργων ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα – ο Κουλίγκιν του Κώστα Κορωναίου, αναπαράγοντας ένα γνήσιο στερεότυπο δημοσίου υπαλληλίσκου και η Ναταλία της Μαριάννας Δημητρίου, την φαυλότητα της οποίας αποδίδει με φασαριόζικο, γκροτέσκο τρόπο. Παρά τους μικρούς τους ρόλους, οι πλέον τσεχωφικές ερμηνείες, έρχονται από τον Δημήτρη Μπίτο ως Σολιόνι και τον Γιώργο Μπινιάρη ως Τσεμπουτίκιν. Καταλήγοντας, το ανέβασμα των «Τριών αδελφών» έρχεται σε συνέχεια και συνέπεια (σχεδόν) όλων των προηγούμενων σεζόν της τελευταίας εξαετίας, πλουτίζοντας τις.