Σας ενημερώνουμε ότι η χρήση των cookies επιτρέπει την αρτιότερη περιήγησή σας στην ιστοσελίδα μας. Επιλέξτε «Αποδοχή Cookies» για να συνεχίσετε ή «Περισσότερες Πληροφορίες» για να δείτε λεπτομερείς περιγραφές των τύπων cookies.

Περισσότερες Πληροφορίες
ENGLISH ΕΛΛΗΝΙΚΑ

14 Δεκεμβρίου 2015
Μιράντα-Η Κριτική της Στέλλας Χαραμή στο ToSpirto.net
article image
ΚΡΙΤΙΚΕΣ

Ύμνος στο θέατρο, σεμινάριο σκηνοθεσίας.

«Πρέπει να αισθανθείτε πολύ καθαρά ότι η πραγματικότητα του Σαίξπηρ είναι εδώ, στο σκηνικό που είστε εσείς τώρα, εδώ που είμαστε εμείς τώρα». Στέκομαι σε μια οδηγία του Οσκάρας Κορσουνόβας προς τους ηθοποιούς του, διαβάζοντας το εξαιρετικά φροντισμένο πρόγραμμα της παράστασης «Μιράντα» (σε επιμέλεια Έρις Κύργια και Σάκη Στριτσίδη). Το φινάλε της με βρίσκει, ακριβώς, με αυτή τη διαπίστωση. Οι δύο πρωταγωνιστές της, Λαέρτης Μαλκότσης και Ιωάννα Παππά δεν αναπαριστούν απλώς τον Σαίξπηρ και την «Τρικυμία» του αλλά αποκτούν – χωρίς υπερβολή - κυτταρική σχέση με τους ήρωες του έργου, τη σημειολογία γύρω από τα πρόσωπα, τις δεύτερες και τρίτες στοιβάδες τους• μετουσιώνουν την ποιητική διατύπωση του μεγάλου Ελισαβετιανού πως «είμαστε από το υλικό που είναι φτιαγμένα τα όνειρα και τη ζωούλα μας ύπνος την περιβάλλει». 
Μπορεί να αυθαιρετώ πιστεύοντας ότι τούτη η φράση της «Τρικυμίας» (εδώ μετασκευασμένη σε «Μιράντα») ήταν το εργαλείο με το οποίο ο τρομερός Λιθουανός δάμασε το πλέον δυσανάγνωστο έργο του Σαίξπηρ. Πάντως, ο Κορσουνόβας αντιμετώπισε το κείμενο σαν μια, ζωτικής σημασίας, φαντασιακή απόδραση κι όχι σαν την πλοκή που περιμένει τη φαντασμαγορική αναπαράσταση της. Ξανακέρδισε δε, και το χαμένο κύρος της ως πολιτικό και υπαρξιακό  κείμενο που είχε ατονίσει μέσα σε εικονοκλαστικές φαντασμαγορίες. Έτσι, η ιστορία του Πρόσπερο που εκθρονίζεται από το δουκάτο του και εξορίζεται σε ένα ερημονήσι μαζί με τη μοναχοκόρη του Μιράντα γίνεται ευφυώς μια ζωντανή παραβολή για δύο άλλους ήρωες: Έναν πατέρα που στα χρόνια της ελληνικής δικτατορίας ζει σε κατ' οίκον περιορισμό μαζί με την ανάπηρη κόρη του. Τα ασπρόμαυρα πλάνα των Συνταγματαρχών, μπροστά στο καθηλωμένο πλάσμα που τόσο αγαπά, στήνουν χορό για ένα σωρό συμβολισμούς. Είναι πράγματι κόρη του η Μιράντα ή μήπως είναι η ψυχή του, το πνεύμα που μένει σε ακινησία στα χρόνια της στρατιωτικής επιβολής; Είναι ανάγκη της κόρης του να διαβαστεί ξανά και ξανά η «Τρικυμία» του Σαίξπηρ για να φτερουγίσει το μυαλό και το σώμα μακριά από τους τέσσερις τοίχους ή είναι δικό του ασίγαστο ψυχικό αίτημα; Αναζητούν τα δυο βασανισμένα πρόσωπα μια καταφυγή στη φαντασία τους ή η φαντασία είναι ο μοναδικός δρόμος προς την ελευθερία;
Στην παράσταση του Οσκάρας Κορσουνόβας το αντιδικτατορικό μήνυμα του Σεφέρη μπλέκεται τεχνηέντως με τις παραμυθιακές αλλά και φιλοσοφικές αναζητήσεις του Πρόσπερου. Και το θέατρο εν θεάτρω δεν είναι ίσως αρκετό σαν εύρημα για να περιγράψει τη δομή της παράστασης του. Η «Μιράντα» του μοιάζει με τη ρώσικη κούκλα Ματριόσκα που εμπεριέχει και γεννάει καινούργιες ιδέες οι οποίες συνδέονται με τις προηγούμενες και ούτω καθεξής. Η αφήγηση της σαιξπηρικής ιστορίας «στενεύει» σε δύο πρόσωπα - κι ίσως αυτό να  προκαλεί σύγχυση στον μην εξοικειωμένο με την πλοκή της «Τρικυμίας» θεατή. Παρόλα αυτά, ο σκηνοθέτης κατασκευάζει ένα δικό του φαντασιακό τοπίο όπου τα απλά, καθημερινά αντικείμενα ενός μεσοαστικού σπιτιού των 70s – όχι τυχαία μπροστά σε μια γιγαντιαία βιβλιοθήκη φορτωμένη με θησαυρούς της γνώσης – μετατρέπονται σε υλικά παραμυθιού και συνεπώς ποίησης, μαγείας και λυρισμού.
Και την ίδια ώρα, ωθεί τους πρωταγωνιστές του σε ένα πρωτόγνωρο θεατρικό αγώνα, απομακρυσμένο από την τυπική ερμηνεία ενός ρόλου. Εδώ μιλάμε για μια αδιάκοπη και πυρετική εργασία από δύο ηθοποιούς που όχι μόνο ερμηνεύουν όλους τους χαρακτήρες της «Τρικυμίας» (Πρόσπερο, Μιράντα, Άριελ, Φερνιδάρδος, Κάλιμπαν, Άρχοντες κ.α.) αλλά κάθε τόσο σπρώχνονται από τη σκηνοθεσία να ξεπεράσουν τα όρια τους σε άλλα θεατρικά ύφη, σε καινούργιες μεταμφιέσεις, ανάμεσα στην πραγματικότητα και την ψευδαίσθηση. Ίσως να είναι η πρώιμη στιγμή όπου ο Λαέρτης Μαλκότσης και η Ιωάννα Παππά συναντούν αυτό που στερεοτυπικά ονομάζουμε «παράσταση ζωής».
Οπωσδήποτε δεν είναι «εύκολη» η ματιά του Οσκάρας Κορσουνόβας.
Είναι όμως ένας ύμνος στο θέατρο, ένα σεμινάριο σκηνοθεσίας, ένα προσκύνημα στις δυνατότητες του ηθοποιού. Και μόνο αυτοί οι λόγοι αρκούν για την προτροπή του «μην την χάσετε».

Στέλλα Χαραμή

ΣΧΕΤΙΚΑ ΝΕΑ